Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΔιεθνήΑγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή: μια ταξική-αντικαπιταλιστική υπόθεση

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή: μια ταξική-αντικαπιταλιστική υπόθεση

Μια μαρξιστική ανάλυση για το φλέγον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής.

Σύμφωνα με αρκετούς επιστήμονες-ερευνητές (πηγή: Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την αλλαγή του κλίματος-IPCC)  κατευθυνόμαστε πλέον προς μία περιβαλλοντική καταστροφή. Με βάση τις τωρινές τάσεις ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015 για αύξηση της θερμοκρασίας μόνο μέχρι δύο βαθμούς Κελσίου από το 2020 και μετά, δεν θα πιαστεί. Πολλοί ερευνητές προειδοποιούν πως ακόμα και αν επιτευχθεί αυτό το όριο κινούμαστε προς ένα κομβικό σημείο, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας από 3 έως 5 βαθμούς.

Οι φόβοι τους σχετίζονται με διαφορετικούς τύπους μηχανισμών θετικής ανατροφοδότησης, όπως η απελευθέρωση μεθανίου που βρίσκεται εγκλωβισμένο κάτω από τους πάγους ή μια πιθανή αποσταθεροποίηση του κλίματος εξαιτίας της τήξης του πάγου στους πόλους που μπορεί να επιταχύνει την αύξηση της θερμοκρασίας, επιφέροντας καταστροφικές συνέπειες. Η μακροπρόθεσμη αύξηση της στάθμης της θάλασσας κατά αρκετά μέτρα, που ίσως να μην ακούγεται ιδιαίτερα ανησυχητική, μπορεί να έχει μαζικές κοινωνικές επιπτώσεις κατά τις επόμενες δεκαετίες. Σύμφωνα με την προαναφερθείσα ερεύνα του ΟΗΕ, 275 εκατομμύρια κάτοικοι παραθαλάσσιων περιοχών θα πληγούν από πλημμύρες με μια πιθανή αύξηση 3 βαθμών στη θερμοκρασία. Η εισροή θαλασσινού νερού στα υπόγεια ύδατα μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους, ενώ ακραία καιρικά φαινόμενα θα εκτοπίσουν μάζες εκατοντάδες εκατομμυρίων φέρνοντας το χάος για την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού.

Οι αστοί πολιτικοί όλα αυτά τα γνωρίζουν και όλα τα κόμματα στα κοινοβούλια πλέον αυτό-προσδιορίζονται ως «πράσινα», υποσχόμενα μεγάλες μειώσεις στις εκπομπές ρύπων και προστασία των δασών. H Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μετατρέψει το πρόβλημα σε ευκαιρία για κερδοσκοπία. Οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο προβάλλονται ως φιλάνθρωποι που επενδύουν σε καινοτόμες τεχνολογίες εξισορρόπησης του κλίματος. Φυσικά, όλα αυτά είναι μόνο λόγια.

Στο Παρίσι το 2015, εν μέσω επαίνων από τους ανθρωπιστές φιλελεύθερους, οι πολιτικοί ηγέτες  είχαν αποφασίσει ότι 2 βαθμών και κατά προτίμηση 1,5. Θα μπορούσαν να είχαν συμφωνήσει πάνω σε κάθε τι, ακόμα και εξωπραγματικό, όμως το ερώτημα του πώς αυτό θα επιτευχθεί δεν έχει απαντηθεί ακόμα.

Στο καπιταλιστικό σύστημα οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς είναι οι υπέρτατοι ρυθμιστές των πάντων. Η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής σημαίνει ότι το μόνο κίνητρο για ανάπτυξη της παραγωγής είναι το κυνήγι του ατομικού κέρδους. Ακόμα και αν ένας καπιταλιστής θα ήθελε πραγματικά να εκμηδενίσει τους ρύπους στην παραγωγή, αυτό θα ήταν αδύνατον. Οι ανταγωνιστές του, οι οποίοι δεν έχουν τις ίδιες περιβαλλοντικές ανησυχίες, μπορούν να παράγουν πολύ φθηνότερα, εκτοπίζοντάς τον, έτσι, από την αγορά. Οι νόμοι της αγοράς δεν μπορούν να τιθασευτούν.

Οι επενδύσεις των μεγάλων ενεργειακών εταιρειών δείχνουν κατά πόσο αυτές λαμβάνουν υπόψη τις υποσχέσεις των πολιτικών για «πράσινες» νομοθεσίες. Σε αντίθεση με τους πολιτικούς, δεν βγάζουν μόνο λόγους, αλλά κάνουν και επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η αμερικανική Exxon Mobile, η μεγαλύτερη ενεργειακή εταιρία στον κόσμο, σχεδιάζει την αύξηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων κατά 25% μέχρι το 2025. Τόσο στα σοβαρά παίρνουν τις «κλιματικές πολιτικές» των αστών ηγετών και την «καλοπροαίρετη» φιλανθρωπία τους.

Οι ενεργειακές εταιρίες αναμένεται να εξορύξουν στο μέλλον το σύνολο των αποθεμάτων των ορυκτών καυσίμων, ρυπαίνοντας έτσι την ατμόσφαιρα με 2.795 γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα. Αλλά για να διατηρηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από 2 βαθμούς η IPCC εκτιμά ότι το ανώτατο όριο ρύπων διοξειδίου του άνθρακα από εδώ και στο εξής είναι οι 719 γιγατόνοι. Όμως οι ενεργειακοί γίγαντες ετοιμάζονται να εκπέμψουν 4 φορές περισσότερο από αυτή την ποσότητα.

Οι καθυστερήσεις στη μείωση των ρύπων των αερίων του θερμοκηπίου δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Το 2017 το ποσοστό των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειες που αντιστοιχεί στις συνολικές ενεργειακές επενδύσεις παρουσίασε μείωση για πρώτη φορά μέσα σε 3 χρόνια, ενώ το 2018 οι ρύποι των ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 3,4%.

Ο αγώνας για το κλίμα είναι ταξικός

Μια κλιματική καταστροφή δεν σημαίνει απαραίτητα το τέλος του κόσμου. Η γη θα εξακολουθεί να υπάρχει και μετά το πέρας μιας καταστροφής, αφού παρόμοια φαινόμενα έχουν συμβεί αρκετές φορές στη μακρά ιστορία της. Όσο για τους πλουσιότερους κατοίκους της, αυτοί θα αποφύγουν «μια χαρά» τις καταστροφικές συνέπειες.

Η παγκόσμια καπιταλιστική ελίτ ήδη αγοράζει «ασφαλή» μέρη στα οποία θα καταφύγει, ενώ εμείς οι υπόλοιποι θα έχουμε αφεθεί στο έλεος της κλιματικής αλλαγής. Θα είναι η παγκόσμια εργατική τάξη, η αγροτιά, τα εξαθλιωμένα στρώματα, το 99%, αυτοί που θα βρεθούμε αντιμέτωποι με όλα αυτά τα προβλήματα και αυτοί που θα πληρώσουμε τις συνέπειες.

Για περισσότερα από 200 χρόνια οι ιδιοκτήτες εργοστασίων, μηχανημάτων και εταιρειών – η αστική τάξη- εκμεταλλεύονται την εργατική τάξη και σφετερίζονται την απλήρωτη εργασία της. Για όλο αυτό το διάστημα οι καπιταλιστές εκμεταλλεύονται τους κοινούς φυσικούς πόρους, τους οποίους απέκτησαν δωρεάν. Η εκμετάλλευση εργατών και φυσικού περιβάλλοντος συντελούνται ταυτόχρονα. Και όπως ακριβώς η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης έχει οδηγήσει σε ακραίες ανισότητες, το ίδιο ισχύει και για την επερχόμενη περιβαλλοντική καταστροφή. Η καταστροφή που επέφερε ο τυφώνας «Κατρίνα» το 2005 στην πιο ανεπτυγμένη χώρα του κόσμου έδωσε μόνο μια γεύση από το μέλλον που μας επιφυλάσσει ο καπιταλισμός: πεινασμένες και εξαθλιωμένες εργατικές οικογένειες, αφημένες στη δική τους μοίρα μέσα σε τοξικά νερά αποχετεύσεων, όπως συνέβη στη Νέα Ορλεάνη, ενώ την ίδια ώρα, τα κρατικά ένοπλα σώματα προστάτευαν τις περιουσίες των πλουσίων. Εξωφρενική πολυτέλεια για μια μικρή μειονότητα, ακραία βαρβαρότητα για τους φτωχούς.

Ποιο είναι το δικό μας καθήκον;

Για μια αποτελεσματική δράση ενάντια στην κλιματική αλλαγή πρέπει πρώτα να τεθεί ένας σαφής στόχος: μηδενισμός των εκπομπών ρύπων των αερίων του θερμοκηπίου. Κάτι τέτοιο πρέπει να συμβεί γρήγορα, προτού οι συνέπειες – όχι για τη γη, αλλά για τους εργάτες, αγρότες και εξαθλιωμένους σε κάθε χώρα – γίνουν καταστροφικές. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι όλες οι ιδέες για σταδιακή λύση του προβλήματος πρέπει να απορριφθούν.

Ορισμένες μερίδες της άρχουσας τάξης εναποθέτουν τις ελπίδες τους στη γεωμηχανική για την επίλυση του προβλήματος αντί της αλλαγής του τωρινού οικονομικού συστήματος. Έτσι θα μπορούν να συνεχίζουν να εξορύσσουν ορυκτά καύσιμα και ταυτόχρονα, να κερδοσκοπούν από την εφεύρεση της θαυματουργής μηχανής που θα μειώνει τη θερμοκρασία. Η πιο δημοφιλής ιδέα περιλαμβάνει την εκπομπή διοξειδίου του φωσφόρου στη στρατόσφαιρα, όπως συμβαίνει σε μια μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη, αντανακλώντας, έτσι, τις ακτίνες του ήλιου και κατεβάζοντας τη θερμοκρασία.

Αυτή η συγκεκριμένη πρόταση είναι προβληματική, καθώς θα επηρεάσει σημαντικά το παγκόσμιο καιρικό σύστημα με τα πρότυπα των βροχοπτώσεων (rainfallpatterns) να αλλάζουν ριζικά. Όπως οι ίδιοι οι υποστηρικτές της παραπάνω ιδέας υπολογίζουν, μεγάλες περιοχές της Αφρικής και της Ασίας θα πληγούν σφοδρά από ξηρασίες. Εξαιτίας του νέου κλίματος εκατομμύρια άνθρωποι θα αναγκαστούν να επιλέξουν ανάμεσα στο θάνατο και την προσφυγιά. Η εφαρμογή, λοιπόν, αυτού του είδους της γεωμηχανικής μπορεί να μετατρέψει τον καιρό σε όπλο μαζικής καταστροφής εναντίον των φτωχότερων περιοχών του κόσμου. Αλλά για έναν καπιταλιστή του δυτικού κόσμου αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα.

Ωστόσο, μια τέτοια εγκληματική καταστροφή εναντίον του πληθυσμού μπορεί να αποφευχθεί. Περίπου τα 2/3 των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προέρχονται από ορυκτά καύσιμα. Αυτό μπορεί να αλλάξει. Ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ με επικεφαλής τον Μαρκ Γιάκομπσεν δημιούργησε διάφορα μοντέλα που δείχνουν ότι με τη σημερινή τεχνολογία μπορεί να καλυφθεί το 80% των ενεργειακών μας αναγκών μέσα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2030 και το 100% μέχρι το 2050!

Μια τέτοια επαναστατική αλλαγή είναι απόλυτα εφικτή, αλλά απαιτεί έναν συντονισμένο κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας. Η ανανεώσιμη ενέργεια είναι ιδιαίτερα ασταθής εξαιτίας της εξάρτησής της από τις καιρικές συνθήκες. Όμως, τα ξεχωριστά περιφερειακά ενεργειακά δίκτυα, σε συνδυασμό με διαφορετικά συστήματα αποθήκευσης της ενέργειας, αν τοποθετηθούν στρατηγικά σε μέρη όπου οι γεωγραφικές συνθήκες είναι πιο ευνοϊκές μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται. Το κόστος εγκατάστασης μπορεί να είναι μεγάλο, αλλά η τιμή ανά μονάδα ενέργειας βρίσκεται περίπου στο ένα τέταρτο από ό,τι συμβαίνει σήμερα.

Κάποιοι θα υποστηρίξουν ότι μια τόσο απότομη αλλαγή δεν είναι ρεαλιστική ξεχνώντας όμως ότι η ανθρωπότητα έχει καταφέρει οικονομικές αλλαγές ίδιου μεγέθους στο παρελθόν. Χάρις στην κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, και παρά τα μεγάλα εμπόδια της σταλινικής γραφειοκρατίας, η Σοβιετική Ένωση κατάφερε να γίνει από ένα ημι-φεουδαρχικό κράτος το 1917 σε μία ηγέτιδα δύναμη στον αγώνα για την κατάκτηση του διαστήματος 40 χρόνια αργότερα, πιθανώς στο πλαίσιο της ταχύτερης τέτοιου είδους διαδικασίας αλλαγής στην παγκόσμια ιστορία. Παραδείγματα κρατικού σχεδιασμού υπάρχουν και στον δυτικό κόσμο. Όταν τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα της αμερικανικής αστικής τάξης βρίσκονταν σε σύγκρουση με τα αντίστοιχα της Γερμανίας και της Ιαπωνίας φέρνοντας το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ κατάφεραν να αναδιοργανώσουν την οικονομία τους για την παραγωγή πολεμικού εξοπλισμού μέσα σε μόλις 5 χρόνια. Αυτοκινητοβιομηχανίες σχεδιάστηκαν κατάλληλα για την κατασκευή τεθωρακισμένων, αεροπλάνων, πλοίων και πολεμικού οπλισμού. Η πολεμική βιομηχανία εκτινάχθηκε από το 2% του αμερικανικού ΑΕΠ το 1939 στο 44% το 1944. Ακόμα και στις ΗΠΑ, το προπύργιο του καπιταλισμού, η αλλαγή αυτή δε συνέβη χάρη μέσα στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς. Οι ΗΠΑ είχαν στηριχθεί στην ελεύθερη αγορά κατά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο αποτυγχάνοντας και κατέληξαν τελικά να δανείζονται υλικά από τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Με το ξέσπασμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου εφαρμόστηκε ένας αυστηρός κεντρικός σχεδιασμός και ένας κρατικός παρεμβατισμός που έφερε αποτελέσματα.

Παρ’ όλο που οι πολεμικοί εξοπλισμοί είναι το τελευταίο που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή, υπάρχουν σημαντικά συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τα παραπάνω παράδειγμα. Είναι πλέον απαραίτητη η «κήρυξη πολέμου» κατά της κλιματικής αλλαγής μέσα από μια γενική κινητοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας. Γιατί η άρχουσα τάξη δεν αναδιοργανώνει σε οικολογική βάση σήμερα την παραγωγή; Η διαφορά έγκειται στο ότι η αμερικανική αστική τάξη το 1939 αναδιοργάνωσε τη βιομηχανία καθιστώντας την πολεμική με σκοπό να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της, ενώ σήμερα μια στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα έπληττε τα συμφέροντα των καπιταλιστών. Η τεράστια βιομηχανία υδρογονανθράκων εκτείνεται σε όλο τον κόσμο. Μόνο οι 5 μεγαλύτερες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου είχαν το 2017 τζίρο 1,5 τρις δολάρια (σύμφωνα με την ιστοσελίδα Statista.com). Οι υπόλοιπες βιομηχανίες έχουν συμφέρον από τη διαιώνιση του προβλήματος με την αγορά φθηνών υδρογονανθράκων για να διατηρήσουν τα μεγάλα επίπεδα κέρδους. Αυτά τα συμφέροντα έχουμε να αντιμετωπίσουμε.

Οι ανεπάρκειες του περιβαλλοντικού κινήματος

Οι απαρχές του περιβαλλοντικού κινήματος ήταν καθαρά συντηρητικές. Ως στόχο έθετε τη σωτηρία της γης ή της φύσης ως κάτι το ιερό και άθικτο, ως δώρο θεού το οποίο οι άνθρωποι δεν πρέπει να αγγίζουν. Αυτή η νεορομαντική άποψη είναι στατική και συντηρητική και δεν έχει καμία σχέση με τον πραγματικό κόσμο. Οι άνθρωποι πάντα παρενέβαιναν και άλλαζαν το φυσικό τους περιβάλλον. Οι αγροί, τα λαχανικά κ.ο.κ δεν αντιστοιχούν σήμερα στην αρχική μορφή που είχαν πριν την εμφάνιση του ανθρώπου, αλλά έχουν αλλάξει ριζικά μέσα από διαδικασίες χιλιάδων χρόνων. Οι άνθρωποι είναι μέρος της φύσης, παρεμβαίνουν σε αυτή και δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό σε αυτό.

Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω το χρόνο πριν από τη βιομηχανική εποχή, όταν οι γυναίκες πέθαιναν κατά τη διάρκεια του τοκετού και το προσδόκιμο ζωής πολύ μικρότερο σε σχέση με σήμερα. Τα προβλήματα μεταξύ ανθρώπου και φύσης προέκυψαν από το σημερινό κοινωνικοοικονομικό σύστημα και εκεί πρέπει να αναζητήσουμε τη λύση. Για την ηγεσία του περιβαλλοντικού κινήματος αυτό αποτελεί ανάθεμα. Ορισμένοι ίσως να προσδιορίζονται ως αντικαπιταλιστές, αλλά στην προοπτική μιας επανάστασης και της ανατροπής της υπάρχουσας κοινωνίας υπεκφεύγουν. Θέλουν να επιστρέψουν στον «καλό καπιταλισμό», κάτι που είναι εντελώς ουτοπικό.

Οι νέοι που κινητοποιούνται αυτές τις μέρες ζητούν σωστές, ριζοσπαστικές απαντήσεις και άμεσες δράσεις. Δεν υπάρχει χρόνος για μεσοβέζικες λύσεις και προτάσεις. Αλλά τα αιτήματα και οι φιλοδοξίες της ηγεσίας του περιβαλλοντικού κινήματος είναι σχεδόν μηδαμινά. «Νομοθεσία για το κλίμα!», «Ατομική και μεμονωμένη κατανάλωση φιλική προς το περιβάλλον», «Αλλαγή τρόπου ζωής και δημοφιλή events». Ακόμα και οι πιο ριζοσπαστικές ομάδες όπως η Extinction Rebellion δεν καταφέρνουν περισσότερα από την κατάληψη ενός αεροδρομίου ή στη χειρότερη περίπτωση συλλήψεις κατά την προσπάθεια της κατάληψης. Μπορούν όμως οι παραπάνω προτάσεις να αντιμετωπίσουν την επερχόμενη κλιματική κρίση;
Το περιβαλλοντικό κίνημα στη Δανία πάλεψε σκληρά για τη νομοθεσία ενάντια στην κλιματική αλλαγή, η οποία στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σειρά πολιτικών διακηρύξεων σχετικών με τον καθορισμό κάποιων στόχων. Το ζήτημα είναι ότι το περιβαλλοντικό κίνημα, το οποίο χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος, από δωρεές πλουσίων μέσω των φιλανθρωπικών τους επιδοτήσεων, δεν αναζητεί ποτέ τη ρίζα του προβλήματος: το κυνήγι του κέρδους ως οργανικό και αναπόσπαστο μέρος του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς.

Η νομοθέτηση κανονισμών δεν προσφέρει καμία ουσιαστική λύση. Η ουσιαστική λύση στην κλιματική κρίση βρίσκεται στον έλεγχο και το σχεδιασμό της οικονομίας και δεν μπορείς να ελέγξεις την οικονομία αν δε διαθέτεις τα μέσα παραγωγής. Τα αστικά κόμματα, τα οποία πληρώνονται από το εγχώριο κεφάλαιο και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ούτε μπορούν ούτε και θα αλλάξουν τίποτα στις βασικές οικονομικές δομές.

Για να περιορίσει τη διαμαρτυρία στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος και να κερδίσει την εύνοια της άρχουσας τάξης, η ηγεσία του περιβαλλοντικού κινήματος προωθεί την ιδέα ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να βγουν και αυτές κερδισμένες όταν «είναι φιλικές προς το περιβάλλον», κάνοντας έκκληση παράλληλα προς τις μεγάλες βιομηχανίες της Δανίας να «αγκαλιάσουν το περιβάλλον». Έτσι, όμως, δίνουν πλήρως το ελεύθερο στους καπιταλιστές να συνεχίσουν να εκμεταλλεύονται τους εργάτες τους. Παράλληλα, υποστηρίζουν ότι η αστική τάξη μπορεί να λύσει τα συλλογικά περιβαλλοντικά θέματα παραβλέποντας ότι η απληστία τους για το κέρδος δημιουργεί αυτά τα προβλήματα εξαρχής. Όλα αυτά, βέβαια, ισχύουν με την προϋπόθεση ότι θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούν αυτούς τους οικολόγους μέσω δωρεών. Ο επιχειρηματικός κόσμος έχει ανταποκριθεί με προθυμία και οι εταιρείες τοποθετούν ετικέτες στα προϊόντα τους, οι οποίες διαφημίζουν πως είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Συνεπώς, η παραπάνω ιδέα δεν προσφέρει καμία πραγματική αλλαγή παρά την αύξηση των πωλήσεων και των κερδών για τις εταιρείες.

Η επιμονή σε αυτήν την τακτική έχει διαφορετικές επιπτώσεις στις δύο βασικές κοινωνικές τάξεις, την εργατική και την αστική. Ένα ευρύ στρώμα της εργατικής τάξης θα καταλήξει στο συμπέρασμα πως η κλιματική αλλαγή είναι απλώς μια κινδυνολογία. Εάν το πρόβλημα ήταν πράγματι σοβαρό, γιατί η ηγεσία του κινήματος δεν προτείνει σοβαρές λύσεις αντί να προτρέπει για λιγότερη κατανάλωση κρέατος και για τη χρήση ποδηλάτων;

Από την άλλη πλευρά, είναι αδύνατον να πειστούν οι μεγαλοβιομήχανοι πως μια πραγματική μετάβαση στην οικολογική παραγωγή είναι προς το συμφέρον τους. Οι καπιταλιστές γνωρίζουν πως μια πραγματική λύση στο περιβαλλοντικό σύστημα θα πλήξει τα προνόμιά τους και τον έλεγχο πάνω στην περιουσία τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η πλειονότητα των αρνητών της κλιματικής αλλαγής χρηματοδοτείται από “think tanks” που ιδρύθηκαν μεταξύ των δεκαετιών 1960-1980 με στόχο την καταπολέμηση του σοσιαλισμού. Αντιλαμβάνονται, σωστά, ότι οι περιβαλλοντικές δράσεις θέτουν εν τέλει το ζήτημα της κεντρικής διαχείρισης και ελέγχου της οικονομίας ή με άλλα λόγια, το ζήτημα του σοσιαλισμού.

Ατομικές λύσεις

Η ιδέα της προώθησης «πράσινων» εταιριών, φιλικών προς το περιβάλλον, βασίζεται στον ισχυρισμό ότι οι αγορές – οι ίδιες οι αγορές που μας έφεραν σήμερα σε αυτό το σημείο κρίσης – μπορούν να δώσουν τη λύση στο περιβαλλοντικό πρόβλημα. Η αλλαγή θα έρχεται σταδιακά και όσο οι καταναλωτές αγοράζουν φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα. Στην ίδια λογική με το ρητό των φιλελευθέρων «οι πολίτες έχουν την κυβέρνηση που τους αξίζει», η ηγεσία του κινήματος ισχυρίζεται ότι «οι άνθρωποι θα έχουν το περιβάλλον που τους αξίζει» και ότι εναπόκειται στον καθένα ξεχωριστά να φέρει την αλλαγή μέσω της «αλλαγής του τρόπου ζωής», δημιουργώντας ενοχές στις συνειδήσεις των εργαζόμενων ανθρώπων.

Παραλείπουν όμως το οφθαλμοφανές: μια μόνο μεταφορική εταιρία στη Δανία (η Μærsk) εξέπεμψε το 2008 ρύπους ίσους με εκείνους όλου του υπόλοιπου πληθυσμού, της βιομηχανίας και του αγροτικού τομέα της χώρας. Αλλά για τους κορυφαίους περιβαλλοντικούς ακτιβιστές η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος εξακολουθεί να αφορά τον καθένα μας ξεχωριστά, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις μένουν ανέγγιχτες. Πώς μπορούν οι μεμονωμένες επιλογές μας να εξασφαλίσουν μια ολική μεταστροφή στην ενέργεια, τις μεταφορές και τις υποδομές στη Δανία, αλλά και διεθνώς; Όσο επιρρίπτουν ευθύνες ο ένας στον άλλον, η αστική τάξη συγχαίρει τον εαυτό της και μπορεί να συνεχίσει απρόσκοπτα την εκμετάλλευση των εργατών και του περιβάλλοντος.

Η μικροαστική αυτή προσέγγιση που εμφανίζεται σε μεγάλο μέρος του περιβαλλοντικού κινήματος είναι μια έκφραση της φιλελεύθερης ψευδαίσθησης σύμφωνα με την οποία η ελεύθερη αγορά εξισώνεται με τη δημοκρατία. Ο παραλογισμός αυτός, παραβλέπει το ότι σήμερα 26 άτομα κατέχουν όσο πλούτο κατέχει το 50% του γήινου πληθυσμού. Έτσι, μπορούμε να αντιληφθούμε ποιον εξυπηρετεί η «δημοκρατία» της ελεύθερης αγοράς.

Η ατομικιστική και στοχευμένη στην αγορά προσέγγιση μετατρέπει τον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή σε ένα ελιτίστικο πρότζεκτ, από το οποίο αποξενώνεται η εργατική τάξη. Για τη συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης και του παγκόσμιου πληθυσμού γενικότερα, τα βιολογικά προϊόντα αποτελούν μια ανέφικτη πολυτέλεια, καθώς πολλοί λίγοι εργαζόμενοι έχουν τα χρήματα, το χρόνο και την ενέργεια να ανταποκριθούν στις προδιαγραφές της «πολιτικά ορθής» κατανάλωσης. Οι αιχμηρές κατηγορίες εναντίον τους από την πλευρά του περιβαλλοντικού κινήματος τούς απομακρύνει ακόμα περισσότερο (Ακόμα και αν όλοι οι Αμερικανοί έπρατταν όσα ο πρώην αντιπρόεδρος Αλ Γκορ τους προτείνει, οι εκπομπές ρύπων των ΗΠΑ θα μειώνονταν μόνο κατά 22%.). Η λύση στην κλιματική αλλαγή βρίσκεται στην παραγωγή και όχι στην κατανάλωση. Το πρόβλημα είναι συστημικό και όχι ατομικό.

Για μια ταξική πολιτική γραμμή

Αλλά γιατί είναι απαραίτητο η εργατική τάξη να συμμετέχει στον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή; Εξαιτίας του ρόλου της στην παραγωγή είναι η μόνη κοινωνική τάξη που έχει τη δύναμη να ανατρέψει το σημερινό σύστημα, καταργώντας τη ρίζα του περιβαλλοντικού προβλήματος: το κίνητρο του κέρδους. Κανένας τροχός δεν γυρίζει, καμία λάμπα δεν ανάβει χωρίς την άδεια της εργατικής τάξης. Αλλά για να γίνουν οι επαναστατικές δυνατότητές της πραγματικότητα, η εργατική τάξη οφείλει να αντιληφθεί τη δύναμή της.

Με αυτά ακριβώς τα κριτήρια θα πρέπει να αξιολογούμε όλες τις πολιτικές δράσεις: οτιδήποτε ανεβάζει τη συνείδηση της εργατικής τάξης σε σχέση με τον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας, οτιδήποτε υψώνει την ενότητά της και τη συλλογική της δύναμη και την ωθεί προς το πολιτικό προσκήνιο είναι προοδευτικό. Οτιδήποτε προξενεί τα αντίθετα αποτελέσματα είναι αντιδραστικό.

Αυτό σημαίνει ότι «ριζοσπαστικές» δράσεις, όπως αυτή της Extinction Rebellion που λαμβάνει χώρα στην Αγγλία, όπου ένα αεροδρόμιο βρίσκεται υπό κατάληψη και εκατοντάδες άτομα έχουν συλληφθεί, τις περισσότερες φορές δεν έχουν προοδευτική επίδραση στην πάλη εναντίον του συστήματος, το οποίο αποτελεί την πηγή της περιβαλλοντικής και κλιματικής κρίσης. Μπορεί να δίνει στους συμμετέχοντες το αίσθημα της «άμεσης δράσης», αλλά στην πραγματικότητα δεν πετυχαίνει απολύτως τίποτα.

Και ακόμη πιο σημαντικό, από την σκοπιά της ανατροπής του συστήματος: μπορεί ο μέσος εργαζόμενος από αυτή τη δράση να βγάλει συμπεράσματα που θα συνδράμουν στην κινητοποίησή του, όπως προϋποθέτει κάθε επανάσταση; Όταν ο εργάτης μάθει για τις συμπλοκές ακτιβιστών και αστυνομίας από την τηλεόραση, στην καλύτερη των περιπτώσεων αναγνωρίζει τη μαχητικότητα μιας ομάδας ακτιβιστών και εναποθέτει σε αυτούς την ελπίδα για την εύρεση λύσεων στα προβλήματά του, χωρίς τη συμμετοχή του ίδιου. Τέτοιες ενέργειες έχουν συνεπώς στην πράξη αντιδραστικά αποτελέσματα, αφού παθητικοποιούν την εργατική τάξη.

Τι πρέπει να γίνει;

Τα κόμματα που ισχυρίζονται ότι σκοπεύουν να λύσουν την περιβαλλοντική κρίση έχουν επινοήσει μια απεριόριστη σειρά έμμεσων φόρων, οι οποίοι θα επηρεάσουν όλους τους καταναλωτές. Αλλά τέτοιες ιδέες που μεταθέτουν τα βάρη στην εργατική τάξη πρέπει να απορριφθούν. Αντίθετα, αυτοί που πρέπει να πληρώσουν, και μάλιστα σύντομα, είναι οι καπιταλιστές, οι όποιοι εκμεταλλεύονται το περιβάλλον εδώ και 200 χρόνια.

Ο αγώνας για το κλίμα δεν είναι ένας αγώνας για τη φύση αυτή καθαυτή, αλλά η πάλη της πλειοψηφίας του 99% εναντίον του 1% και η ηγεσία του δεν μπορεί να ανατεθεί στους μικροαστούς ατομικιστές. Τα συνδικάτα, τα οποία οργανώνουν στις τάξεις τους εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και τα μέλη των οποίων έχουν κεντρική θέση στη διαδικασία παραγωγής, διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες και επιρροή. Αν οι συνδικαλιστές ηγέτες ασκούσαν σωστά τα καθήκοντά τους θα απέρριπταν τις πολιτικές ταξικής συνεργασίας, τις οποίες προωθούν τώρα και για την επίλυση του περιβαλλοντικού ζητήματος. Μέχρι τώρα αυτοί οι γραφειοκράτες του εργατικού κινήματος εξισώνουν τα συμφέροντα των εργοδοτών με τα αντίστοιχα των εργαζομένων. Το περιβαλλοντικό ζήτημα καθιστά εξαιρετικά σαφές ότι τα συμφέροντα των δύο τάξεων βρίσκονται σε πλήρη σύγκρουση μεταξύ τους και ότι το εργατικό κίνημα πρέπει να επιλέξει αν θα αφήσει μια μικρή μειονότητα καπιταλιστών να εκμεταλλεύεται τους εργάτες και το περιβάλλον ή θα αντισταθεί και θα προστατέψει το σύνολο της εργαζόμενης πλειοψηφίας της κοινωνίας και τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα από την καταστροφική κλιματική αλλαγή.

Πρέπει να κατανοήσουμε πλήρως το μέγεθος αυτού του καθήκοντος. Νέα στρώματα ετοιμάζονται να μπουν στον αγώνα. Υπάρχει ο κίνδυνος η τεράστια ενέργειά τους να σπαταληθεί σε ατομικές δράσεις και σε εκστρατείες για μοντέλα μιας «άλλης» ατομικής κατανάλωσης. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να οδηγηθεί προς τον επαναστατικό δρόμο αν κινητοποιηθεί σε σύνδεση με την εργατική τάξη και να καταστεί έτοιμη για την πάλη που θέτει επί τάπητος ανοιχτά και θαρραλέα τη ρίζα του προβλήματος: εάν το κίνητρο για το κέρδος δεν αποτελεί πλέον μια κινητήρια δύναμη της κοινωνίας, τότε θα πρέπει να ξεφορτωθούμε τον καπιταλισμό ολοκληρωτικά. Δεν υπάρχει κάποιος άλλος δρόμος. Ο αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή είναι ταξικός αγώνας.

Γιόνας Φόλντεγκερ – Από τη δανέζικη μαρξιστική εφημερίδα “Revolution

Μετάφραση: Παναγιώτης Νικολάκης

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα