Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τέθηκε ανοικτά ενάντια στο κίνημα. Από κοινού Παπανδρέου και Βενιζέλος έκαναν έκκληση για «ανοιχτά σχολεία», με περισσή υποκρισία, αποδεικνύοντας πόσο απομονωμένοι είναι από την εξεγερτική διάθεση των εφήβων. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ από κοινού με την κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι τα «ανοιχτά σχολεία είναι «κύτταρα πολιτισμού και προόδου». Όμως οι μαθητές γνωρίζουν καλά ότι το σημερινό σχολείο είναι υποβαθμισμένο και γεμάτο ταξικούς φραγμούς. Όταν τα σχολεία «κλείνουν» ώστε να γίνουν κέντρα αγώνα για μια καλύτερη Παιδεία, τότε μετατρέπονται σε αληθινά κύτταρα προόδου και πολιτισμού. Όταν η κυβέρνηση επιτίθεται στους μαθητές για να τους κλείσει το στόμα, τότε χρειάζονται ένα ορμητήριο αγώνα κι αυτό μπορεί να γίνουν οι καταλήψεις των σχολείων.
Επίσης για πρώτη φορά, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν κάλεσε, ούτε έστω «για τα μάτια του κόσμου» τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν στη γενική απεργία της 10ης Δεκέμβρη. Ο Παπανδρέου που στις προηγούμενες απεργιακές συγκεντρώσεις έσπευδε να κάνει την εμφάνισή του ανάμεσα στους συγκεντρωμένους, τώρα προτίμησε να ακολουθήσει το καθημερινό του πρόγραμμα και παραβρέθηκε σε μια εκδήλωση ρουτίνας.
Αυτή η στάση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ εξηγείται εύκολα. Το τελευταίο πράγμα που επιθυμεί, είναι να έρθει στην εξουσία σαν αποτέλεσμα της πτώσης της ΝΔ από τα χτυπήματα ενός μαζικού κινήματος. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι εξαρχής η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θα βρίσκονταν στην κυβέρνηση χωρίς την παραμικρή ανοχή από την εργατική τάξη και τη νεολαία.
Ηγεσία ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ: δειλία και απραξία
Σημαντικές είναι οι ευθύνες της ηγεσίας των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ απέναντι στο κίνημα της νεολαίας, δυστυχώς όμως αυτή αρνείται προκλητικά να τις αναλάβει. Αντί να πάρει πρωτοβουλία για την εξάπλωση και ενδυνάμωση του αγώνα ενάντια στην κυβέρνηση του κεφαλαίου αξιοποιώντας την αγωνιστική διάθεση των εργαζόμενων και την εξέγερση της μαθητικής νεολαίας, έδειξε υποχωρητική στις πιέσεις της αστικής τάξης και της κυβέρνησης αναβάλλοντας τη διαδήλωση της Γενικής απεργίας της 10/12. Πιθανότατα η κυρίαρχη συνδικαλιστική ηγεσία επιθυμούσε και την ίδια την αναβολή της Γενικής απεργίας, παρόλα αυτά ήταν πολύ αργά για να την αναβάλει, αφού οι εργαζόμενοι θα στρέφονταν μαζικά εναντίον της.
Έτσι κατέβηκε μια ακόμα γενική απεργία χωρίς σχέδιο κλιμάκωσης και σοβαρή προετοιμασία. Την ώρα που εντείνονταν η αστυνομική τρομοκρατία ενάντια στα παιδιά των εργατών, οι ηγέτες τις ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να καλέσουν τα σωματεία να αναλάβουν την περιφρούρηση του αγώνα των μαθητών. Έβγαλαν 2-3 φιγουρατζίδικους λόγους στο συλλαλητήριο και μετά έστειλαν τους εργάτες στα σπίτια τους, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους «Ματατζήδες» για να τρομοκρατούν τους μικρούς μαθητές.
Ηγεσία του ΚΚΕ : πολύ σοβαρά λάθη
Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει η ηγεσία του ΚΚΕ το κίνημα είναι βαθειά λαθεμένος. Αντί να συμμετάσχει στο κίνημα για να δώσει τη μάχη στο εσωτερικό του για τον σωστό, ταξικό και οργανωμένο προσανατολισμό τον οποίο ευαγγελίζεται, κλιμάκωσε την επιζήμια διαχωριστική της τακτική.
Έτσι πλέον μαζί με τις χωριστές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ είδαμε ανοιχτά κομματικές συγκεντρώσεις, όπως αυτή που διοργανώθηκε με ομιλήτρια την Α. Παπαρήγα δυο μέρες μετά τη δολοφονία του 15χρονου, την ώρα που 15 – 20.000 φοιτητές και εργαζόμενοι διαδήλωναν ενάντια στην κυβέρνηση.
Την ίδια στιγμή, η ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται να υιοθετήσει το πάνδημο αίτημα της εργατικής τάξης και της νεολαίας να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Ενώ εμφανίζεται να αρνείται κάθε συνομιλία με τις άλλες δυνάμεις μέσα στο κίνημα, δέχθηκε πρόθυμα να «ενημερωθεί» σε ειδική συνάντηση από τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, συμμετέχοντας κι αυτή σε έναν κύκλο συναντήσεων με τους πολιτικούς αρχηγούς που είχε το συμβολικό χαρακτήρα μιας διαδικασίας απόδοσης διαπιστευτηρίων υπευθυνότητας στην αστική τάξη και τίποτα άλλο. Ο Καραμανλής με αυτές τις συναντήσεις ήθελε να δώσει την εικόνα ενός ήπιου και συναινετικού συνομιλητή με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και να απαλλαγεί από το στίγμα του πρωθυπουργού μιας κυβέρνησης που στηρίζεται στην αστυνομική βία. Κι η ηγεσία του ΚΚΕ δυστυχώς έσπευσε να τον συναντήσει.
Πολύ επιζήμια επίσης για το κίνημα είναι και η έναρξη από την ηγεσία του ΚΚΕ μιας τυφλής δημόσιας αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ με απαράδεκτους ισχυρισμούς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «καλύπτει τον υπόκοσμο» (δηλώσεις του βουλευτή Γκιόκα), που απογοητεύει τους εργαζόμενους και τη νεολαία και εκμεταλλεύεται η κυβέρνηση και οι αστοί.
Πρέπει να τονιστεί ότι είναι άλλο πράγμα να ασκείται πολιτική κριτική για τις αριστερίστικες λογικές που αναπτύσσονται μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και για την μοιρολατρική – παθητική στάση απέναντι στις τυχοδιωκτικές, πραξικοπηματικές σε βάρος του κινήματος πρακτικές των αναρχικών και άλλο, καταμεσής μιας αντιπαράθεσης της νεολαίας και των εργαζόμενων με την κυβέρνηση να γίνονται επιθέσεις σεναρίων συνωμοσιολογίας ενάντια σε ένα κομμάτι του ίδιου του κινήματος, τις οποίες εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση και ο αντιδραστικός τύπος.
Η εξήγηση για τη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο πραγματικό μαζικό κίνημα και η σταλινική, γραφειοκρατική πολιτική της εκπαίδευση. Πιστεύοντας ότι το εργατικό κίνημα και η νεολαία δεν μπορούν να κερδίσουν τίποτα χωρίς πρώτα να «αλλάξουν οι συσχετισμοί», εννοώντας με αυτό της ενίσχυση της θέσης του ΚΚΕ στις μαζικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και στη Βουλή, έχουν την τάση να υποβαθμίζουν κάθε κίνημα που δεν ελέγχουν (βλέπε π.χ της στάση τους απέναντι στις κινητοποιήσεις της ΠΟΣΔΕΠ και της ΓΕΝΟΠ – ΔΕΗ). Πριν την αριστερή στροφή της ηγεσίας του ΣΥΝ τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ δεν είχε σοβαρό ανταγωνιστή μέσα στο κίνημα. Τώρα όμως τα σημάδια ανάπτυξης της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο κίνημα τους έχουν κάνει να χάνουν την ψυχραιμία τους και να εκτίθενται στα μάτια χιλιάδων αγωνιστών με επιθέσεις ωμής εμπάθειας.
Μια γνήσια λενινιστική ηγεσία, αυτό που θα έκανε αντιμέτωπη με ένα κίνημα σαν το σημερινό, θα ήταν να συμμετάσχει ενεργά σαν το πιο πρωτοπόρο του τμήμα, προσπαθώντας με τα κατάλληλα συνθήματα και τακτικές να το ενώσει για να επιφέρει τα μεγαλύτερα δυνατά χτυπήματα στο βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα και τους θεσμούς που το υπερασπίζονται. Θα έπρεπε να προτείνει ένα ενιαίο μέτωπο πάλης σε όλες τις μαζικές δυνάμεις μέσα στο κίνημα, παλεύοντας για την εξάπλωση του αγώνα σε πλατειά τμήματα της εργατικής τάξης με μια νέα γενική απεργία που θα θέσει το ζήτημα της πτώσης της κυβέρνησης και της αντικατάστασής της από μια κυβέρνηση που θα υπηρετήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, ξεθεμελιώνοντας τον καπιταλισμό και τους σάπιους θεσμούς του. Από τη σκοπιά της υπεράσπισης μιας τέτοιας πολιτικής θα μπορούσε να ασκεί δριμεία κριτική σε όσες πολιτικές δυνάμεις αρνούνται μια τέτοια ενωτική, αγωνιστική, σοσιαλιστική προοπτική. Πάνω στη βάση μιας τέτοιας πολιτικής η αλλαγή των συσχετισμών υπέρ του ΚΚΕ σε όλα τα επίπεδα θα ήταν ραγδαία. Η ηγεσία του ΚΚΕ όμως σήμερα δεν έχει να προτείνει στο κίνημα τίποτα πέρα από τις χωριστές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ, που στο πλαίσιο πάλης τους υπάρχουν ολόσωστες και λεπτομερώς επεξεργασμένες ταξικές διεκδικήσεις, απουσιάζει όμως το στοιχειώδες αίτημα που υιοθετούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νεολαίοι αγωνιστές, η πτώση δηλαδή της σημερινής κυβέρνησης του κεφαλαίου.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνει συγκεκριμένη πρόταση για το κίνημα
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη μαζική πολιτική δύναμη που πρώτη και ανοιχτά αναγνώρισε την ύπαρξη του κινήματος και το υποστήριξε. Αναπόφευκτα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βλέπει σε αυτό ένα σωσίβιο από την πτώση της απήχησης του κόμματος στα γκάλοπ, αυτό όμως δεν αναιρεί το ότι έλαβε απέναντι στο κίνημα μια σωστότερη στάση από την ηγεσία του ΚΚΕ, αναδεικνύοντας ως κύριο ζήτημα την ανάγκη να διεξαχθεί πάλη ενάντια στην κυβέρνηση και τους μηχανισμούς κρατικής καταστολής. Γι’ αυτό άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συγκεντρώσει τα περισσότερα από τα πυρά της αστικής τάξης και της κυβέρνησης.
Η άποψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «υποκινεί» τους αγώνες είναι αστεία, αφού δεν παίζει κανένα ουσιαστικό ρόλο ανάμεσα στους μαθητές, ενώ στους φοιτητές έχει πολύ περιορισμένη απήχηση. Το κίνημα των εφήβων που παρακολουθούμε είναι εντελώς αυθόρμητο. Οι ηγεσίες των μαζικών κομμάτων ήταν ανίκανες ακόμα και να προβλέψουν το ξέσπασμά του.
Ωστόσο η θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζει το κίνημα, δεν αναιρεί μια σειρά λαθών που κάνει απέναντι του όλες αυτές της μέρες, παραδέρνοντας διαρκώς από τον αριστερισμό στον οπορτουνισμό.
Έτσι από τη μια πλευρά η Νεολαία ΣΥΝ υιοθετεί όλο και πιο ανοιχτά τις μικροαστικές μεθόδους και τα συνθήματα των αναρχικών, ενώ η δεξιά πτέρυγα του ΣΥΝ «καταδικάζει τη βία από όπου κι αν προέρχεται», εξισώνοντας με αυτό τον τρόπο την άρχουσα κρατική βία με τις πέτρες των οργισμένων εφήβων. Τη μια ο Α. Τσίπρας δηλώνει σωστά ότι ο αγώνας πρέπει να μεταφερθεί στα σχολεία και τις σχολές και την άλλη κάτω από τις πιέσεις των αστικών ΜΜΕ, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώνεται με αφηρημένες εκφράσεις, χωρίς να προβάλει μια συγκεκριμένη θέση για το τι πρέπει να κάνει το κίνημα τώρα και ποιοί πρέπει να είναι συγκεκριμένα οι στόχοι του. Μια αριστερή ηγεσία δεν είναι σχολιαστής του κινήματος, αλλά πάνω από όλα πρέπει να του δείχνει το σωστότερο δρόμο για να νικήσει.
Τέλος, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες του ΣΥΝ συνεχίζουν να αποδεικνύονται εντελώς ανίκανες να περιφρουρήσουν τις διαδηλώσεις που καλούν, ενώ συνεχίζουν να συναινούν στην ύπαρξη κοινών τόπων συγκεντρώσεων με τους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές, που αποδεδειγμένα δεν σέβονται το μαζικό κίνημα και προσπαθούν να του επιβάλουν με το ζόρι τις δικές τους τυχοδιωκτικές και εκτονωτικές μεθόδους.
Το αδιέξοδο των μεθόδων «σύγκρουσης» των αναρχικών και των αριστεριστών Οι δυναμικές τάχα μέθοδοι διαφόρων αναρχικών ομάδων και πολλών εκ των οργανώσεων της «εξωκοινοβουλευτικής» αριστεράς είναι εντελώς αδιέξοδες. Υποστηρίζοντας πολιτικά από την πρώτη μέρα τις τυχοδιωκτικές μεθόδους της «σύγκρουσης με κάθε τρόπο», οι ομάδες αυτές, μετατρέποντας τα μέλη και τους φίλους τους τάχα σε «ηρωικούς οδομάχους», έδωσαν παρά τις προθέσεις τους, κάλυψη στους προβοκάτορες, τους χουλιγκάνους και τους πλιατσικολόγους, πλήττοντας το ίδιο το κίνημα και δίνοντας της δυνατότητα στην κυβέρνηση να συσπειρώσει μικροαστικά στρώματα και να περάσει ένα κλίμα τρόμου στους διαδηλωτές.
Αιτία για τη στάση αυτών των ομάδων είναι το ότι δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στο πραγματικό εργατικό κίνημα και τη νεολαία. Η αντίληψη που κυριαρχεί στις τάξεις τους είναι περίπου αυτή : «Αφοί οι εργάτες και οι νέοι δεν είναι έτοιμοι για μια μεγάλη επανάσταση, πρέπει να κάνουμε κάτι εμείς για να ανάψουμε τη φωτιά». Γι’ αυτούς δεν έχει σημασία να οικοδομηθεί ένα πραγματικό μαζικό και νικηφόρο κίνημα, αλλά να «γίνει κάτι τώρα». Κι επειδή δεν έχουν καμία διάθεση να πλησιάσουν το πραγματικό κίνημα, να το καταλάβουν και να το επηρεάσουν, αυτό το «κάτι» που έχουν στο μυαλό τους πρέπει να το κάνουν οι ίδιοι, υποκαθιστώντας τις μάζες και κηρύσσοντας οι ίδιοι τον πόλεμο με μολότοφ και πέτρες στο κράτος. Αυτός όμως είναι ο δρόμος της ατομικής εκτόνωσης κι όχι της συλλογικής ταξικής πάλης.
Το ψευτοδίλημμα «ειρήνη ή βία» και πως απαντούν οι μαρξιστές
Η τοποθέτηση μας απέναντι στο ζήτημα της βίας δεν είναι ηθική. Δεν καταδικάζουμε τη βία «γενικά» όπως κάνουν οι ρεφορμιστές. Εξηγούμε ότι η ροπή προς την βίαιη έκφραση της οργής της νεολαίας ενάντια στο σύστημα είναι υγιής και φυσιολογική. Δεν έχει καμία σχέση με την βρώμικη άρχουσα βία, όπως η βία του δούλου δεν μπορεί να εξισωθεί με τη βία του αφέντη. Η καταδίκη της «βίας γενικά», ισοδυναμεί με την υπεράσπιση του αποκλειστικού δικαιώματος άσκησης βίας από τους καπιταλιστές και το κράτος τους και τον πλήρη αφοπλισμό του εργατικού κινήματος και της νεολαίας απέναντι σε αυτή την άρχουσα βία.
Ανάμεσα στις εκδηλώσεις βίας από τους απλούς διαδηλωτές ξεχωρίζουμε την έκφραση βίας ενάντια στα αστυνομικά τμήματα και τους πάνοπλους «ράμπο» της αστυνομίας, από την τυφλή βία με σπασίματα μαγαζιών και αυτοκινήτων. Η πρώτη έχει πολιτική λογική, παρότι όταν εκφράζεται χωρίς τον έλεγχο και την οργάνωση ενός μαζικού κινήματος είναι απελπισμένη, ενώ η δεύτερη είναι απλά μια επιζήμια για το κίνημα πράξη εκτόνωσης, αν δεν είναι προβοκατόρικης έμπνευσης.
Η βία που εμείς υποστηρίζουμε είναι η οργανωμένη, μαζική βία που υποτάσσεται στους σκοπούς του μαζικού κινήματος. Η βία που θα αποτελέσει μια οργανωμένη μαζική απάντηση στην επιτιθεμένη κρατική βία, προστατεύοντας τους αγωνιστές. Η βία που θα συνιστά αυτοάμυνα του μαζικού κινήματος και επίδειξη της δύναμής του. Η οργάνωση αυτή της βίας, πρέπει να είναι αποκλειστική ευθύνη των μαζικών οργανώσεων του εργατικού κινήματος και της νεολαίας. Για να αντιμετωπιστεί η άρχουσα επιτιθέμενη βία του κράτους και των φασιστικών ομάδων είναι ανάγκη τα συνδικάτα και τα εργατικά κόμματα να εκπαιδεύσουν άμεσα αποσπάσματα και φρουρές αυτοάμυνας, εκπαιδευμένα στις πολεμικές τέχνες και στη χρήση κάθε άλλου αποτελεσματικού μέσου αυτοάμυνας, που θα αποτελούνται από τα πιο ηρωικά στοιχεία της τάξης και της νεολαίας και θα είναι κάτω από τις εντολές του οργανωμένου μαζικού κινήματος.
Αυτά τα μαζικά αποσπάσματα θα πρέπει να αναλαμβάνουν την προστασία των απεργιών και την περιφρούρηση των διαδηλώσεων. Έχοντας απέναντί τους οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους ένα τέτοιο οργανωμένο κίνημα με εμπροσθοφυλακή οργανωμένα αποσπάσματα από οικοδόμους, μεταλλεργάτες, λιμενεργάτες κ.α θα παραλύσουν. Η δημιουργία τους την επόμενη περίοδο έντασης της κρατικής βίας θα γίνεται μια επιτακτική αναγκαιότητα. Η άρνηση της συγκρότησής του από τους ρεφορμιστές θα είναι ισοδύναμη με τον αφοπλισμό του κινήματος και παράδοσή τους στο τρόμο και τη βαρβαρότητα των κρατικών δυνάμεων καταστολής.
Μέτωπο της νεολαίας με την εργατική τάξη
Η τοποθέτηση της εργατικής τάξης απέναντι στο μαθητικό κίνημα είναι στάση γενικής συμπάθειας και υποστήριξης. Αυτό φάνηκε με τη μεγάλη συμμετοχή στα συλλαλητήρια της γενικής απεργίας της 10ης Δεκέμβρη και στην ίδια την γενική απεργία.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι χωρίς την ενεργή συμπαράσταση της εργατικής τάξης το κίνημα της νεολαίας δεν μπορεί να νικήσει. Η κρατική καταστολή, αποτελώντας ταξική βία στην υπηρεσία του κεφαλαίου, μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο με τα μέσα της μαζικής ταξικής πάλης. Ο αγώνας πρέπει να διεξαχθεί με τα μέσα και τις μεθόδους του μαζικού οργανωμένου κινήματος της εργατικής τάξης και της πρωτοπόρας νεολαίας. Τα συνδικάτα, τα κόμματα και οι Νεολαίες της Αριστεράς, οι φοιτητικοί σύλλογοι και τα μαθητικά συμβούλια πρέπει να διοργανώσουν κοινές, συντονισμένες και καλά περιφρουρούμενες μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, οι οποίες να κλιμακωθούν άμεσα με μια νέα 48ωρη γενική απεργία συνδέοντας τον ενάντια στην κρατική καταστολή με τον αγώνα ενάντια στην γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου και την ανάγκη της πτώσης της κυβέρνησης της ΝΔ και την αντικατάστασή της από μια εργατική, σοσιαλιστική κυβέρνηση.
Πρέπει να διεκδικήσουμε :
– Άμεση και παραδειγματική τιμωρία των αστυνομικών δολοφόνων του Α. Γρηγορόπουλου. Άμεση απελευθέρωση των συλληφθέντων στις κινητοποιήσεις, κατάργηση του «τρομονόμου» και της Πράξης Νομοθετικού περιεχομένου που ποινικοποιεί τις μαθητικές καταλήψεις.
– Διάλυση των ειδικών μονάδων αστυνόμευσης και καταστολής των αγώνων των εργαζόμενων και της νεολαίας. Τα κονδύλια που δίνονται σήμερα για τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των ένστολων κρατικών τρομοκρατών να διοχετευθούν άμεσα στην Παιδεία, την Υγεία και την Κοινωνική Ασφάλιση.
– Καμιά παραχώρηση σε αυτούς που δημιούργησαν την οικονομική κρίση – Για την κρίση να πληρώσει μόνο το μεγάλο κεφάλαιο – Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή στους μισθούς και τις συντάξεις – 35ωρο – 5ήμερο – 7ωρο – για να ανοίξουν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας – Επίδομα ανεργίας στο ύψος του 80% του μισθού για όσο καιρό μένει κάποιος άνεργος – Τα δισεκατομμύρια ευρώ που προορίζονται για τις τράπεζες να δοθούν για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δημόσιων κοινωφελών έργων.
– Η κυβέρνηση της Ν.Δ δεν πρέπει να μένει ούτε λεπτό στην εξουσία. Ενιαίο Μέτωπο όλων των εργατικών κομμάτων και των συνδικάτων για να φύγει η κυβέρνηση του κεφαλαίου και της αστυνομικής τρομοκρατίας – Κοινή δράση ΠΑΣΟΚ – ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στην επίθεση της ΝΔ.
– Αριστερή, σοσιαλιστική λύση εξουσίας – Αγώνας για κυβέρνηση ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ με σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Η μόνη διέξοδος από τη κρίση είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των μεγάλων επιχειρήσεων, με εργατικό έλεγχο και διαχείριση και ο δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΤΑΣΗ