Ζούμε σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης, όπου η μόνη ρεαλιστική προοπτική εντός του καπιταλιστικού συστήματος είναι η λιτότητα και η συνεχιζόμενη συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων εν γένει. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η όξυνση των ταξικών αντιθέσεων και – συνεπαγόμενα – της ταξικής πάλης οδηγεί εργαζόμενες μάζες σε ριζοσπαστικά συμπεράσματα και δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για τις δυνάμεις της Αριστεράς. Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε, γιατί, παρ’ όλα αυτά, το ΚΚΕ βρίσκεται σε στασιμότητα.
Η στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ στο δημοψήφισμα: ορθή κριτική – λανθασμένη τακτική
Υπό την ασφυκτική πίεση της Τρόικας και της εγχώριας άρχουσας τάξης, η απελθούσα κυβέρνηση προκήρυξε το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Η κριτική της ηγεσίας του ΚΚΕ (όμοια σε περιεχόμενο ήταν και αυτή της Κομμουνιστικής Τάσης) ως προς την ασάφεια και την αντιφατικότητα του ερωτήματος που τέθηκε στο δημοψήφισμα και τα κίνητρα και τις επιδιώξεις της κυβέρνησης αποδείχτηκε απόλυτα ορθή. Πιο συγκεκριμένα, ήταν απόλυτα σωστό ότι το «ΟΧΙ» που εισηγήθηκε η κυβέρνηση θα έπρεπε σαφέστατα να αφορά κάθε είδους μνημόνιο και όχι μόνο τη συγκεκριμένη πρόταση Γιούνκερ και ότι η ασάφεια αυτή αντανακλούσε, ουσιαστικά, την επιδίωξη της κυβέρνησης να ερμηνεύσει κατά το δοκούν ένα πιθανό «ΟΧΙ» την επομένη του δημοψηφίσματος.
Ωστόσο, η – συνηθισμένη εκ μέρους της ηγεσίας του ΚΚΕ – στάση «ίσων αποστάσεων» μέσα στις συνθήκες στις οποίες διεξήχθη το δημοψήφισμα, δεν αρμόζει σε ένα κόμμα της εργατικής τάξης – και δη μαρξιστικό. Η ελληνική αστική τάξη και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές – σύμμαχοί της τρομοκρατήθηκαν από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος και τις δυνατότητες που άνοιγε για τα εργατικά και λαϊκά στρώματα. Έτσι τα αστικά ΜΜΕ επιδόθηκαν σε μια εκστρατεία υστερικής προπαγάνδας που σε συνδυασμό με απειλές σε αρκετές περιπτώσεις σε εργασιακούς χώρους εκ μέρους της εργοδοσίας, στόχευαν στην τρομοκράτηση του λαού και την επικράτηση του «ΝΑΙ».
Με το κάλεσμα για άκυρο πρακτικά, ανεξάρτητα από την πρόθεσή της, η ηγεσία του ΚΚΕ υποβοηθούσε την επικράτηση του «ΝΑΙ», το οποίο επιθυμούσε διακαώς η άρχουσα τάξη, θέτοντας το κόμμα απέναντι στις διαθέσεις των μαζών της εργατικής τάξης και απομονώνοντάς το ακόμα περισσότερο στα μάτια τους. Επιπλέον, πρέπει να συνυπολογίσουμε ακόμη έναν σημαντικό παράγοντα: μια νίκη του «ΝΑΙ» θα ήταν μια σημαντική ήττα για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα με σοβαρές συνέπειες για το εργατικό κίνημα. Αντίθετα, αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί για το «ΟΧΙ» που ανέδειξαν οι κάλπες του δημοψηφίσματος, το οποίο, παρά την προδοσία που υπέστη από τον Τσίπρα και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για το εργατικό κίνημα και τις δυνάμεις της Αριστεράς.
Η στάση απέναντι στη Λαϊκή Ενότητα
Όπως συνέβη με το δημοψήφισμα, έτσι και στην περίπτωση της Λαϊκής Ενότητας, η πολιτική και προγραμματική κριτική που ασκεί η ηγεσία του ΚΚΕ απέναντι σε διάφορες θέσεις της ηγεσίας της είναι σωστή, η τακτική της προσέγγιση όμως, είναι επιζήμια. Συγκεκριμένα, η ηγεσία του ΚΚΕ ισχυρίζεται σωστά ότι το πρόγραμμα που πρόβαλε η ηγεσία της ΛΑΕ δεν είναι ένα ολοκληρωμένο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και επικεντρώνεται γύρω από το ζήτημα του νομίσματος. Επίσης, σωστή είναι και η κριτική που αφορά διάφορες θολές διακηρύξεις της ηγεσίας της ΛΑΕ, όπως στο ζήτημα του χρέους, για το οποίο υποστηρίζει τη «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του» και όχι τη μονομερή ολική διαγραφή του και στο ζήτημα της ΕΕ, όπου δεν διακηρύσσει σαφώς το στόχο της αποδέσμευσης από αυτή την ιμπεριαλιστική ένωση των Ευρωπαίων αστών, παρά μόνο «αν χρειαστεί».
Η ΛΑΕ είναι ένα υπό διαμόρφωση πολιτικό κόμμα της αντιμνημονιακής Αριστεράς, το οποίο στις εκλογές του Σεπτέμβρη ήταν ο κύριος αποδέκτης της επίθεσης των αστικών μέσων κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Δεν είναι τυχαίο ούτε ότι λοιδορήθηκε από τα αστικά μέσα, ούτε ότι το προηγούμενο διάστημα μία από τις βασικότερες επιδιώξεις της ντόπιας αστικής τάξης και των Ευρωπαίων συμμάχων της, η οποία εν τέλει επετεύχθη, ήταν η περιθωριοποίηση της πρώην αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ (που αποτελεί τον κορμό της ΛΑΕ). Παρ’ όλα αυτά και παρά τα ενωτικά καλέσματα της ηγεσίας της ΛΑΕ, η ηγεσία του ΚΚΕ επιλέγει και σε αυτή την περίπτωση να αντιμετωπίζει τη ΛΑΕ ως τον βασικό εχθρό του κόμματος και της εργατικής τάξης, χαρακτηρίζοντας την «οπορτουνιστικό ανάχωμα».
Με αυτή της την στάση η ηγεσία του ΚΚΕ διχάζει την εργατική τάξη και τους αγωνιστές της Αριστεράς, αλλά και αυτό-υπονομεύει την απήχηση της ορθής κριτικής της, αντί να εντείνει την πίεση προς το αστικό-μνημονιακό στρατόπεδο, το οποίο δυσκολεύεται να συγκρατήσει την οργή που αναπτύσσεται στους κόλπους των λαϊκών μαζών και να σταθεροποιήσει το πολιτικό σύστημα.
Η εκλογική στασιμότητα αποτέλεσμα του σεχταρισμού
Αναφέραμε παραπάνω ότι το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε αδιέξοδο και δεν μπορεί να κάνει καμιά ουσιαστική παραχώρηση στην εργατική τάξη. Αυτό, σε συνδυασμό με την επιβεβαίωση των θέσεων της ηγεσίας του ΚΚΕ για διάφορα σημαντικά επίδικα της περιόδου διαμορφώνει απόλυτα ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της απήχησής του. Ο καθοριστικός παράγοντας που φρενάρει αυτή την ανάπτυξη είναι ο σεχταρισμός της ηγεσίας του, όπως περιγράφηκε παραπάνω, ο οποίος δεν επιτρέπει στο κόμμα να συνδεθεί με τις εργαζόμενες μάζες.
Παρά τις συνθήκες αυτές, λοιπόν, στην ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για το εκλογικό αποτέλεσμα δεν παρατηρείται καμία διάθεση αυτοκριτικής. Αντίθετα, η ηγεσία του ΚΚΕ και στην εν λόγω ανακοίνωση και στις δημόσιες τοποθετήσεις των στελεχών της, ρίχνει την ευθύνη για το μη ικανοποιητικό εκλογικό αποτέλεσμα στον «συντηρητισμό» της κοινωνίας.
Επίσης και στην ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τις εκλογές και στην αντίστοιχη ανακοίνωση για το δημοψήφισμα, παρατηρούμε διάφορα καλέσματα προς την εργατική τάξη να στραφεί προς το ΚΚΕ, το οποίο, όπως υποστηρίζουν οι ανακοινώσεις θα είναι στην πρώτη γραμμή των αγώνων του εργατικού κινήματος. Όμως, οι πολιτικές πρακτικές της ηγεσίας του ΚΚΕ απέχουν παρασάγγας από αυτές τις διακηρύξεις. Η σεχταριστική, διασπαστική τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ απέναντι στους περισσότερους ταξικούς αγώνες των τελευταίων χρόνων είναι που εξηγεί, σε μεγάλο βαθμό, γιατί το κόμμα δεν έχει καταφέρει να αυξήσει ούτε στο ελάχιστο την επιρροή του σε αυτό το διάστημα.
Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε ότι η διατήρηση των εκλογικών ποσοστών του ΚΚΕ αποδεικνύει τις βαθιές ρίζες που έχει μέσα στην εργατική τάξη καθώς και το ότι παρά τον σεχταρισμό της ηγεσίας του, ένα σημαντικό τμήμα των πιο πρωτοπόρων αγωνιστών αναγνωρίζει την ορθότητα των βασικών του θέσεων. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι είναι το μοναδικό αντιμνημονιακό κόμμα στη Βουλή αλλά και με τον αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα του προγράμματός του – η ορθότητα του οποίου θα τείνει να αναγνωριστεί από όλο και πλατύτερα στρώματα των εργαζομένων, μπορεί να δώσει στο ΚΚΕ πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις το επόμενο διάστημα.
Το λενινιστικό Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο αντίδοτο στο σεχταρισμό
Ένα από τα βασικά καθήκοντα που επιβάλλει η περίοδος είναι το Ενιαίο Μέτωπο των μαζικών οργανώσεων της εργατικής τάξης (Συνδικάτων – ΚΚΕ – ΛΑΕ – δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ που επιθυμούν να αγωνιστούν ενάντια στην επίθεση που εξαπολύει η ηγεσία τους από τη θέση της κυβέρνησης) αλλά και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των υπόλοιπων αριστερών οργανώσεων, σύμφωνα με τα πρότυπα της τακτικής που υπεράσπιζε ο Λένιν στα πρώτα χρόνια της Κομμουνιστικής Διεθνούς με σκοπό τα Κομμουνιστικά Κόμματα να κερδίσουν τις εργατικές μάζες των ρεφορμιστικών κομμάτων.
Με την τακτική του Ενιαίου Μετώπου και με μια αντικαπιταλιστική, σοσιαλιστική πολιτική, μπορεί να εξασφαλιστεί η ενότητα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, η οποία θα λειτουργήσει ως καταλύτης της ανάπτυξης της ταξικής συνείδησης των εργαζόμενων μαζών και θα αποτρέψει τις ολέθριες πολιτικές της ταξικής συνεργασίας που έχουμε δει στην Ιστορία, αλλά και πρόσφατα με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και τη μεταπήδησή της στο μνημονιακό στρατόπεδο. Έτσι, θα μπουν οι βάσεις για την ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης και την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας!
Νίκος Σέντης