Αρκετοί αγωνιστές του μαζικού κινήματος των Τεμπών που συγκλονίζει από τις αρχές του χρόνου την ελληνική κοινωνία, μεταξύ των οποίων και πολλοί απλοί υποστηρικτές και ψηφοφόροι του ΚΚΕ, διάβασαν με ιδιαίτερη έκπληξη και απογοήτευση την ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου της Κ.Ε. του ΚΚΕ (1/3/2025) με τίτλο «Για τις μεγαλειώδεις απεργιακές συγκεντρώσεις της 28ης Φλεβάρη 2025».
Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), δεν μπορεί να κατηγορηθεί για πολιτική προκατάληψη έναντι του ΚΚΕ. Είναι γνωστό ότι του έχει δώσει επανειλημμένα την (κριτική) υποστήριξή της απέναντι στα αστικά κόμματα στις εκλογές, και ότι γενικότερα υπερασπίζει πάντοτε το ΚΚΕ απέναντι στις επιθέσεις της αστικής τάξης. Συνεπώς, για να προλάβουμε τους συνήθεις κακόβουλους σταλινικούς επικριτές μας, οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί πολιτικά σε μια τυφλή, ανιστόρητη και στην ουσία της αντικομμουνιστική εχθρότητα ενάντια στον «τροτσκισμό», οφείλουμε να τονίσουμε ότι έχουμε αποδείξει επαρκώς πως η σκοπιά της κριτικής μας στην πολιτική του ΚΚΕ είναι μονάχα εκείνη της υπεράσπισης των γνήσιων λενινιστικών αρχών, στις οποίες τυπικά δηλώνει προσηλωμένο και το κόμμα.
Απλώς μια «μεγάλη κινητοποίηση»;
Θα περίμενε κανείς ότι η ανακοίνωση του Π.Γ. για τις συγκεντρώσεις της 28ης Φλεβάρη θα ξεκινούσε από το προφανές: από τον τονισμό και την εξήγηση της κολοσσιαίας σημασίας που είχε η εκπληκτική, πρωτοφανής τους μαζικότητα. Ωστόσο, αυτό το αποφασιστικής σημασίας στοιχείο, το οποίο αναγνωρίστηκε τόσο από τους φίλους, όσο και από τους εχθρούς του μαζικού κινήματος, απουσιάζει από την ανακοίνωση της ηγεσίας ακριβώς εκείνου του κόμματος που περισσότερο από όλα τα άλλα οφείλει να το τονίζει.
Έτσι η ανακοίνωση, αφού περιγράφει το γεγονός σε πολύ λίγες γραμμές και με εκφράσεις ρουτίνας («πλημμύρησαν οι πλατείες»), χαρακτηρίζει τον λαϊκό «σεισμό» της 28ης Φλεβάρη απλώς ως «μεγάλες κινητοποιήσεις», προσπερνώντας το ότι πρόκειται για τη μαζικότερη κινητοποίηση πιθανότατα σε ολόκληρη τη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Γιατί όμως έχει αποφασιστική σημασία το να εμφανιστεί από την ηγεσία του ΚΚΕ στις αληθινές της διαστάσεις η εκπληκτική μαζικότητα της κινητοποίησης της 28ης Φλεβάρης και όχι να «χαιρετιστεί» απλώς ως μια «μεγάλη κινητοποίηση»; Γιατί ένα κομμουνιστικό κόμμα, ως η οργάνωση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, σύμφωνα με την περίφημη φράση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου του Μαρξ και του Ένγκελς έχει ως θεμελιώδες καθήκον το να διαμορφώνει και να διαδίδει στην πλατύτερη μάζα του προλεταριάτου μια «σωστή αντίληψη για τις συνθήκες, την πορεία και τα γενικά αποτελέσματα του προλεταριακού κινήματος».
Αυτό, σε ό,τι αφορά την κινητοποίηση της 28η Φλεβάρη, σημαίνει συγκεκριμένα ότι η ηγεσία του ΚΚΕ όφειλε να τονίσει το αντικειμενικό γεγονός της ιστορικής της μαζικότητας και να εξηγήσει στους εργαζόμενους ότι αυτό αποδεικνύει την τεράστια αντικειμενική δύναμη της εργατικής τάξης στην κοινωνία. Να δείξει εμφατικά αυτό το γεγονός για να τους κάνει να καταλάβουν ότι, σε αντίθεση με ό,τι λένε οι κάθε λογής κυνικοί απολογητές του καπιταλισμού, η εργατική τάξη μπορεί να αλλάξει την κοινωνία, στο βαθμό βεβαίως, που θα εξοπλιστεί με ένα κομμουνιστικό πρόγραμμα και θα συνδέσει τη μαζική δράση της με μια επαναστατική προοπτική. Μια κομματική ηγεσία για να αξίζει να λέγεται κομμουνιστική, δεν είναι δυνατό σε μια τόσο μαζική κινητοποίηση να αρνείται να επισημάνει στο προλεταριάτο αυτά τα αποφασιστικής σημασίας «γενικά αποτελέσματα» του κινήματός του.
Που οφείλεται η «μεγάλη κινητοποίηση»;
Σε αντίθεση με ό,τι κάνει σε σχέση με τις διαστάσεις και τη σημασία της «μεγάλης κινητοποίησης» της 28ης Φλεβάρη, η ανακοίνωση του Π.Γ επιχειρεί στα δύο πρώτα σημεία της ξεκάθαρα να υπερτιμήσει τον ρόλο που έπαιξαν τα συνδικάτα και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ στην πραγματοποίησή της, περιοριζόμενη ταυτόχρονα να κάνει μια απλή αναφορά στο κάλεσμα του Συλλόγου συγγενών των θυμάτων των Τεμπών. Όμως αυτή η προσέγγιση συνιστά διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Η «μεγάλη» (βλ. ιστορικής μαζικότητας) κινητοποίηση της 28ης Φλεβάρη ήταν το αποτέλεσμα από τη μία πλευρά μιας κατά βάση αυθόρμητης κινητοποίησης των μαζών ενάντια στην εκστρατεία κυβερνητικής συγκάλυψης του εγκλήματος, και από την άλλη της διάθεσής τους για ανταπόκριση στο μαχητικό κάλεσμα του Συλλόγου.
Τα περισσότερα συνδικάτα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που ελέγχει το ΠΑΜΕ, εξαιτίας της ακατάλληλης και αναποτελεσματικής στάσης και τακτικής των ηγεσιών τους, έχουν ταυτιστεί στη συνείδηση των πλατύτερων στρωμάτων του εργαζόμενου λαού με όλες τις μεγάλες ήττες των τελευταίων δεκαετιών, και σε ορισμένες περιπτώσεις, με φαινόμενα ανοικτού εκφυλισμού και διαφθοράς, με αποτέλεσμα να μην διαθέτουν το κύρος που απαιτείται για να παίξουν τον καθοριστικό ρόλο στην πραγματοποίηση μιας κινητοποίησης όπως αυτή της 28ης Φλεβάρη. Τα απεργιακά τους καλέσματα ήταν μόνο η αφορμή, το τυπικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκδηλώθηκε η εντυπωσιακή κινητοποίηση των εργατικών μαζών. Σε καμία περίπτωση δεν την προκάλεσαν. Το αντίθετο συνέβη. Τα ίδια τα απεργιακά καλέσματα των συνδικάτων ήταν το αποτέλεσμα της πίεσης από την εντυπωσιακά μαχητική και αυθόρμητη διάθεση κινητοποίησης των μαζών.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το κάλεσμα του Συλλόγου είχε αδιαμφισβήτητα μεγάλο κύρος στις μάζες. Όχι γιατί συνοδευόταν από μια ιδιαίτερη πρόταση για δράση, ή από κάποιο ιδιαίτερο, σωστό συνδικαλιστικό ή πολιτικό σκεπτικό, αλλά γιατί οι μάζες της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μπόρεσαν να ταυτιστούν αμεσότερα με τα αυθεντικά, ντε φάκτο αντισυστημικά του κίνητρα. Αντίθετα και ξεκάθαρα, δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο με τα καλέσματα των κεντρικών συνδικαλιστικών ηγεσιών, οι οποίες είναι στη συνείδηση των μαζών συμβιβασμένες με το σύστημα.
Η σωστή απάντηση στο ερώτημα «πού οφείλεται η μεγάλη μαζικότητα της κινητοποίησης της 28ης Φλεβάρη;» είναι ένα σημαντικό ζήτημα, γιατί από αυτήν εξαρτάται η ίδια η συνέχεια του μαζικού κινήματος. Αν ο ρόλος του Συλλόγου υποτιμηθεί και το κύρος των καλεσμάτων των συνδικαλιστικών ηγεσιών επιχειρηθεί να διογκωθεί τεχνητά, τότε είναι δυνατό στη βάση αυτή να διαμορφωθεί μια συνδικαλιστική τακτική για τη συνέχιση του κινήματος χωρίς την επιδίωξη ενιαίας δράσης με τον Σύλλογο. Και αυτό θα είναι ένα βαθιά υπονομευτικό γεγονός για τη ζωτική υπόθεση της μαζικότητας και της κλιμάκωσης του κινήματος.
Καμία συγκεκριμένη πρόταση κλιμάκωσης
Ακόμα χειρότερα, εκτός από την υποβάθμιση του αυθόρμητου χαρακτήρα του μαζικού κινήματος και τη λαθεμένη εκτίμηση για τον ρόλο των συνδικάτων και του Συλλόγου, η ανακοίνωση της ηγεσίας του ΚΚΕ χαρακτηρίζεται και από την επιδεικτική απουσία κάθε συγκεκριμένης πρότασης για μια πραγματική κλιμάκωση του αγώνα. Το Π.Γ. περιορίζεται μόνο σε γενικά σχήματα και αφηρημένες φράσεις: «Θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες, τις δραστηριότητες και πρωτοβουλίες μέσα στο κίνημα, στον λαό και τη νεολαία ενάντια σε όλα όσα υπονομεύουν το μέλλον τους.»
Αλλά το ερώτημα που προκύπτει είναι αμείλικτο: τι προτείνει συγκεκριμένα η ηγεσία του ΚΚΕ για τη συνέχιση του αγώνα; Καμία απάντηση δεν παίρνουμε από την ανακοίνωση. Από τη στιγμή που το Π.Γ., όπως γράφει χαρακτηριστικά στην ανακοίνωσή του, θεωρεί ως σημαντικό «ποιοτικό» στοιχείο το γεγονός ότι η «μεγάλη κινητοποίηση» εκδηλώθηκε με μια επιτυχημένη 24ωρη γενική απεργία, μόνο η προετοιμασμένη συνέχιση της υιοθέτησης αυτής της μορφής πάλης, ενδεικτικά με μια καλά προετοιμασμένη 48ωρη γενική απεργία, μπορεί να αποτελέσει μια μορφή συγκεκριμένης κλιμάκωσης του αγώνα. Γιατί λοιπόν η ηγεσία του ΚΚΕ δεν την προτείνει; Το ερώτημα είναι ρητορικό. Προφανώς, γιατί αυτή την πραγματική κλιμάκωση δεν την υποστηρίζει.
Απόρριψη του παλλαϊκού «Παραιτήσου!»
Με την ίδια μέθοδο των υπεκφυγών «απαντά» η ανακοίνωση και στο καθοριστικό ερώτημα «ποιο είναι το κεντρικό αίτημα που πρέπει να υιοθετήσει το κίνημα;». Η μαζική συγκέντρωση στο Σύνταγμα στις 28/2 έδωσε αυθόρμητα την απάντησή της, μεταβαίνοντας από το σύνθημα «Δολοφόνοι!» στο «Παραιτήσου!». Αυτή η αλλαγή, σηματοδοτεί ξεκάθαρα ένα σημαντικό προχώρημα της συνείδησης των μαζών, μέχρι του σημείου να αγγίζουν το ίδιο το καυτό ζήτημα της εξουσίας.
Αλλά το Π.Γ. δεν δείχνει να συγκινείται. Φαίνεται να μη βλέπει κάποια συγκεκριμένη αξία σ’ αυτή την αλλαγή, τόσο που δεν αναφέρει καν αυτό το νέο σύνθημα στην ανακοίνωσή του. Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας προφανώς ανειλικρινούς μεθόδου, παρότι δεν αναφέρει το νέο σύνθημα, παραθέτει στην ανακοίνωση ένα συγκεκριμένο σκεπτικό για την απόρριψή του. Έτσι, εμφανίζει ως καταλληλότερο το σύνθημα «τα κέρδη τους ή οι ζωές μας», ισχυριζόμενο ότι αυτό, τάχα, «αποτυπώνει το πραγματικό πολιτικό και κοινωνικό δίλημμα της εποχής μας».
Καταρχάς, το σύνθημα αυτό είναι πολύ γενικόλογο και αόριστο. Είναι ένα «σακί» εντός του οποίου κάθε μικροαστικό πολιτικό ρεύμα θα μπορούσε να ρίξει κάθε είδους ρεφορμιστική θέση, εννοώντας ακόμα και μια ανεπαίσθητη για το σύστημα έκτακτη αύξηση της φορολογίας στον πλούτο. Από αυτή τη σκοπιά, το προτεινόμενο από την ηγεσία του ΚΚΕ σύνθημα δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ανώτερο από το σύνθημα που γεννιέται μέσα από τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών στο ίδιο στο κίνημά τους και αγγίζει το ζήτημα της εξουσίας.
Ακόμα χειρότερα, η ανακοίνωση του Π.Γ., παραθέτοντας ένα σκεπτικό με το οποίο επιχειρεί να απορρίψει ένα σύνθημα που πάντοτε διστάζει να κατονομάσει («Παραιτήσου!»), γράφει: «Λύση σήμερα δεν είναι να λειτουργήσουν οι πολιτικές εξελίξεις ως μια “βαλβίδα εκτόνωσης” της λαϊκής οργής, βάζοντας τον πήχη σε μια κυβερνητική εναλλαγή ή σε μια αλλαγή του προσώπου του πρωθυπουργού, για να συνεχίζεται απρόσκοπτα η ίδια εγκληματική πολιτική με άλλη κυβέρνηση ή άλλα πρόσωπα. Αυτές είναι πολυδοκιμασμένες συνταγές με γνωστά αποτελέσματα. Λύση δεν είναι η προσπάθεια αναπαλαίωσης του σάπιου και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, για να επιτευχθεί η περιβόητη “σταθερότητα”, η “ομαλότητα” και η “κοινωνική ειρήνη”, για τα οποία κόπτονται τα άλλα κόμματα εννοώντας πάντα το σιωπητήριο στις λαϊκές διεκδικήσεις.»
Εδώ οι συντάκτες της ανακοίνωσης υποτιμούν ξεκάθαρα τη νοημοσύνη των εργαζόμενων και νέων που φώναξαν αυθόρμητα το …ακατονόμαστο σύνθημα. Θεωρούν, εμμέσως πλην σαφώς, πως όσοι το φώναξαν έχουν στο μυαλό τους (άκουσον, άκουσον!) «την αναπαλαίωση του συστήματος»! Έτσι, βάσιμα δικαιούται να πει κανείς ότι μπερδεύουν τα μυαλά των διαδηλωτών με εκείνα των μελών του υπουργικού συμβουλίου. Πρόκειται για ένα χοντροκομμένο τρικ, για μια δικολαβίστικη υπεκφυγή που χρεώνει συντηρητισμό στις μάζες ακριβώς την ώρα που αυτές αφυπνίζονται και αμφισβητούν το πιο ορατό πρόσωπο του αστικού συστήματος εξουσίας, δηλαδή την κυβέρνηση.
Το Π.Γ. σ’ αυτό το σημείο κάνει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε να κάνει. Αντί να υπεκφεύγει, και ακόμα χειρότερα, αντί να χρεώνει το «Παραιτήσου!» σε κάποιο ανύπαρκτο συντηρητισμό των μαζών, θα έπρεπε πάνω σ’ αυτό να χτίσει την πολιτική πρόταση του κομμουνισμού προς τον αγωνιζόμενο λαό για το ζήτημα της εξουσίας. Να τονίσει ότι η πραγματοποίηση του «Παραιτήσου!», δηλαδή της ανατροπής αυτής της αντιδραστικής αστικής κυβέρνησης από το μαζικό κίνημα, θα πρέπει να φέρει στην εξουσία μια κυβέρνηση εργατική, με την εντολή να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αντικαπιταλιστικό.
Αντί γι’ αυτήν την κρυστάλλινη, εργατική, κομμουνιστική λύση, το Π.Γ μας προτείνει μια άλλη «λύση». Ας την δούμε: «Λύση είναι να εδραιωθεί η δυσπιστία του λαού απέναντι στην κυβέρνηση, το αστικό κράτος, την πολιτική που υλοποιούν, τις στρατηγικές επιλογές που κάνει για λογαριασμό της άρχουσας τάξης». Τα εύλογα ερωτήματα που προκύπτουν αβίαστα από τα παραπάνω στο μυαλό του αναγνώστη θα μπορούσαν να εκφραστούν ως εξής: «Σύντροφοι, ακόμα δεν πληροφορηθήκατε ότι ακριβώς αυτή η δυσπιστία είναι πλέον διάχυτη μέσα στον λαό; Και τόσο διάχυτη μάλιστα, που ήδη τον έχει κινητοποιήσει στους δρόμους κατά εκατομμύρια! Συνεπώς, αυτό που εσείς εμφανίζετε ως «λύση», ο λαός το κάνει ήδη. Μήπως λοιπόν, να του προτείνατε κάτι ποιο συγκεκριμένο; Μήπως, ως οφείλετε, να του προτείνατε μια επαναστατική λύση εξουσίας;».
Αμέσως μετά, η ανακοίνωση κάνει ένα αδύναμο βήμα, όχι μπροστά, αλλά μάλλον «σημειωτόν», προτείνοντας «να δυναμώσει η αμφισβήτηση απέναντι σε όλα αυτά που είναι και συγκροτούν ουσιαστικά το σύστημα». Παραβλέπει όμως και εδώ, ή σωστότερα κάνει ότι δεν βλέπει, τα έμπρακτα και ζωντανά σημάδια αμφισβήτησης του συστήματος που είναι σε αριθμό όσες και οι μαζικές συγκεντρώσεις που έγιναν τις τελευταίες 40 περίπου μέρες σε όλη τη χώρα, μέρες οι οποίες θα μπορούσαν να ονομαστούν και «40 μέρες που συγκλόνισαν το σύστημα». Και όποιος δύσπιστος δεν πείθεται επαρκώς για την αντισυστημική διάθεση που φανερώνουν αυτά τα μεγάλα γεγονότα, δεν έχει παρά να συμβουλευθεί και τα πρόσφατα σχετικά γκάλοπ που καταγράφουν στην κοινωνία μια αδιαμφισβήτητη, ισχυρή αντισυστημική τάση.
Όμως για μισό λεπτό! Το Π.Γ. έχει την ευγενή καλοσύνη να μας εξηγήσει τι εννοεί με τον όρο «σύστημα» και έτσι έχουμε αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα να μάθουμε από τις απαντήσεις του. Γράφει: «Γιατί σύστημα είναι η οικονομία που βασίζεται σε εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής, που τις κρίσεις του, αλλά και την ανάπτυξη για το κεφάλαιο πληρώνει πάντα η εργατική, η λαϊκή πλειοψηφία. Σύστημα είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι που κυνηγάνε με κάθε τρόπο το μέγιστο κέρδος. Σύστημα είναι το σημερινό αστικό κράτος με τους σάπιους θεσμούς και μηχανισμούς του, που δεν μπορούν ποτέ να “εξυγιανθούν”, δεν μπορούν να υπηρετήσουν το “δίκαιο” του λαού. Σύστημα είναι τα κόμματα του κεφαλαίου και της ΕΕ που κυβέρνησαν και κυβερνούν αυτή τη χώρα».
Τι διαπιστώνουν εδώ έκπληκτοι οι ελαφρώς σχολαστικοί αναγνώστες της ανακοίνωσης του Π.Γ.; Ότι η ηγεσία του κόμματος στην αγωνία της να αποκηρύξει το «Παραιτήσου!» της 28ης Φλεβάρη, φτάνει στο σημείο να παραλείπει να συμπεριλάβει ρητά και καθαρά την κυβέρνηση στο «σύστημα»! Το αποτέλεσμα είναι κωμικοτραγικό: τα κόμματα του κεφαλαίου χαρακτηρίζονται «σύστημα» αλλά οι κυβερνήσεις τους μάλλον δεν είναι άξιες να προσδιοριστούν ρητά ως τέτοιο.
Αφού λοιπόν το Π.Γ. δεν καλεί τον λαό να ανατρέψει την κυβέρνηση, ποια είναι η κεντρική του πρόταση στους αγωνιστές του κινήματος των Τεμπών; «Η δυσπιστία» τους λέει, για το σύστημα, πρέπει «να γίνει απόφαση οργανωμένου, ανυποχώρητου αγώνα και συμπόρευσης με το ΚΚΕ, με τις ανατρεπτικές ιδέες και το πρόγραμμά του, για μια άλλη οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, που οι ζωές μας δε θα “κοστίζουν”, για το Σοσιαλισμό».
Είναι περιττό να αναφέρουμε ότι οι επαναστάτες κομμουνιστές είμαστε αδιαπραγμάτευτα υπέρ κάθε πρότασης που απευθύνεται στον λαό για την υποστήριξη του αγώνα για τον σοσιαλισμό. Ωστόσο, στην ανακοίνωση του Π.Γ., όπως συνολικά συμβαίνει και με την πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ, δεν έχουμε μια τέτοια απλή και καλόπιστη πρόταση. Εδώ ο σοσιαλισμός χρησιμοποιείται, δυστυχώς, σαν μια υπεκφυγή με σκοπό να τραβηχτεί η προσοχή των μαζών από το ζήτημα της ανατροπής της κυβέρνησης.
Η ηγεσία του ΚΚΕ θα πρέπει να μας δείξει ένα έστω παράδειγμα από ολόκληρη την ιστορία των εργατικών-σοσιαλιστικών επαναστάσεων που να δείχνει πως η ανατροπή μιας αντιδραστικής κυβέρνησης (όπως η κυβέρνηση της Ν.Δ.) από το μαζικό κίνημα της εργατικής τάξης δεν υπήρξε καθοριστικός σταθμός στην πάλη για τον σοσιαλισμό. Φυσικά, τέτοιο παράδειγμα δεν μπορεί να βρεθεί. Αντίθετα, ολόκληρη η ιστορία του εργατικού κινήματος δείχνει ότι μόνο μέσα στην πάλη για την ανατροπή αντιδραστικών κυβερνήσεων αναπτύσσεται στην κοινωνία μια επαναστατική κατάσταση, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Έτσι και η απολύτως δυνατή σήμερα ανατροπή της κυβέρνησης της ΝΔ από το μαζικό κίνημα που ξεδιπλώθηκε τις τελευταίες 40 μέρες στην ελληνική κοινωνία, είναι η απόλυτα απαραίτητη προϋπόθεση για να ανοίξει ο δρόμος για τη νίκη του σοσιαλισμού. Αν όμως ένα κομμουνιστικό κόμμα δεν αγωνίζεται σήμερα γι’ αυτήν και δεν την προτείνει ως βασικό στόχο του κινήματος με ταυτόχρονη υπεράσπιση του συνθήματος «για μια εργατική-σοσιαλιστική κυβέρνηση», τότε δεν δικαιούται να ισχυρίζεται ότι αγωνίζεται πραγματικά για τον σοσιαλισμό.
Σταμάτης Καραγιαννόπουλος