Τριτοβάθμια εκπαίδευση: Θυσία στο βωμό της κερδοφορίας του κεφαλαίου
Το «όραμα» της κυβέρνησης για το «νέο» Πανεπιστήμιο μοιράστηκαν με το ακροατήριό τους στη Σύνοδο των πρυτάνεων στους Δελφούς ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου και η υπουργός παιδείας Α. Διαμαντοπούλου. Ο πρωθυπουργός και η υπουργός ανέλυσαν τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους θα δομηθεί ο νέος νόμος-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο οποίος αναμένεται να είναι έτοιμος -μετά από τρίμηνη «διαβούλευση»- στις αρχές του 2011.
Αυτός ο νέος νόμος είναι σαφές ότι οδηγεί στην πιο σκανδαλώδη επίθεση που έχει γίνει μεταπολιτευτικά στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο και στοχεύει σε τέσσερις βασικές κατευθύνσεις :
1) Στην πλήρη κατάλυση (πλέον και τυπικά) του δημόσιου χαρακτήρα του Πανεπιστημίου, το οποίο θα λειτουργεί αποκλειστικά με ιδιωτικοικονομικά κριτήρια και με μόνο γνώμονα τις «ανάγκες της αγοράς» , όπως και κάθε άλλη επιχείρηση.
2) Στην αποδέσμευση του κράτους από την ευθύνη της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, τα οποία θα πρέπει μόνα τους να αναζητούν «χορηγό» από την «αγορά».
3) Στην ραγδαία υποβάθμιση της παρεχόμενης από τα Ιδρύματα γνώσης μέσα από τον κατακερματισμό του ενιαίου πτυχίου και των επιστημονικών αντικειμένων όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.
4) Στην παραγωγή μισομορφωμένων και «φθηνών» για τους εργοδότες εργαζομένων, χωρίς συνολική γνώση του αντικειμένου που επέλεξαν να σπουδάσουν, χωρίς συλλογικά κατοχυρομένα δικαιώματα, που θα καλούνται να διαπραγματεύονται ατομικά με τον εκάστοτε εργοδότη, και φυσικά πάντα με την «πλάτη στον τοίχο».
Η πλήρης μετατροπή των πανεπιστημίων σε επιχειρήσεις θα σηματοδοτηθεί από τα «νέου τύπου» Διοικητικά Συμβούλια των Ιδρυμάτων, τα οποία δεν θα είναι εκλεγμένα, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, αλλά θα διορίζονται από την κυβέρνηση και η σύνθεσή τους θα είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου εξωπανεπιστημιακή. Θα αποτελούνται, όπως χαρακτηριστικά είπε η Υπουργός, «από ισχυρούς παράγοντες της κοινωνίας ούτως ώστε να συνδεθεί η γνώση με την ανάπτυξη». Όπως καταλαβαίνουμε λοιπόν, αυτοί οι «ισχυροί παράγοντες» , δηλαδή οι μεγαλοκαπιταλιστές βιομήχανοι και τραπεζίτες ( Βγενόπουλοι, Μίχαλοι…), θα είναι τα νέα αφεντικά των πανεπιστημίων, οι οποίοι προκειμένου να «συνδέσουν τη γνώση με την ανάπτυξη», θα κόβουν και θα ράβουν τα προγράμματα σπουδών, τα γνωστικά αντικείμενα, τα ίδια τα πτυχία, με μόνο γνώμονα την περαιτέρω αύξηση της τεράστιας κερδοφορίας τους, χωρίς φυσικά να λογοδοτούν σε κανέναν. Πλέον η γνώση, η επιστήμη, ο φοιτητής, το ίδιο το πανεπιστήμιο υποτάσσονται με έναν άμεσο και κυνικό τρόπο στις ορέξεις και στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Ο νέος εργαζόμενος, θα γνωρίζει τόσα όσα φρόντισε ο εργοδότης του να του μάθει, και φυσικά δεν θα γνωρίζει περισσότερα από όσα χρειάζεται για να είναι ένα απλό εξάρτημα της μηχανής, χωρίς σφαιρική γνώση των πραγμάτων, άρα και χωρίς δικαιώματα και απαιτήσεις. Αυτός είναι ο λεγόμενος «ανταγωνιστικός» εργαζόμενος.
Το δεύτερο σημαντικό σημείο του νέου νόμου έχει να κάνει με την χρηματοδότηση των πανεπιστημίων. Μετά από πολλά χρόνια συνεχών περικοπών των κοινωνικών δαπανών προς την παιδεία, το «δίκαιο κράτος» του κυρίου Παπανδρέου αποποιείται πλέον πλήρως της ευθύνης χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, η οποία και περνάει σε μια νέα «Ανεξάρτητη Αρχή Χρηματοδότησης». Αυτή η «Αρχή» θα αποτελείται επίσης από «ισχυρούς παράγοντες της αγοράς», οι οποίοι μετά από συνεννόηση με τους αντίστοιχους των Διοικητικών Συμβουλίων (ΔΣ) θα αποφασίζουν αν και σε ποιο βαθμό θα χρηματοδοτείται το κάθε πανεπιστήμιο. Το πανεπιστήμιο θα χρηματοδοτείται μόνο αν το ΔΣ κλείσει «προγραμματική συμφωνία» με την Αρχή Χρηματοδότησης, δηλαδή μόνο αν οι καπιταλιστές του ΔΣ και οι καπιταλιστές της «Αρχής» κρίνουν ότι το συγκεκριμένο πανεπιστήμιο εξυπηρετεί τα δικά τους ιδιωτικά συμφέροντα. « Oι προγραμματικές συμφωνίες θα συνδέονται με συμφωνημένα κριτήρια που έχουν σχεση με την απόδοση και την αποδοτικότητα των Ιδρυμάτων» σύμφωνα με επίσημη δήλωση της Α. Διαμαντοπούλου. Δηλαδή μόνο το «ανταγωνιστικό» Πανεπιστήμιο, το πλήρως προσαρμοσμένο (όσον αφορά το αντικείμενο της έρευνας και των σπουδών που παρέχει) στις ανάγκες του κεφαλαίου θα έχει την τιμή να χρηματοδοτείται από την αστική τάξη.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι στην ίδια λογική της «οικονομικής αυτοτέλειας» των Ιδρυμάτων, ακόμα και η ευθύνη της μισθοδοσίας (καθηγητών και λοιπών εργαζομένων) αλλά και της σίτισης και της στέγασης των φοιτητών περνάει αποκλειστικά στα πανεπιστήμια (δηλαδή στα διορισμένα ΔΣ των καπιταλιστών), άρα τίθενται και αυτά εν αμφιβόλω. Φυσικά, τα πανεπιστήμια που δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις οικονομικές απαιτήσεις –επειδή δεν θα ικανοποιούν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου- θα οδηγηθούν είτε στο λουκέτο, είτε στη συγχώνευση με άλλα ιδρύματα, στην επιβολή πολύ υψηλών διδάκτρων στους φοιτητές κλπ.. Αλλωστε, από τους Δελφούς η υπουργός ανακοίνωσε ένα εκτεταμένο σχέδιο καταργήσεων και συνενώσεων τμημάτων και σχολών «προκειμένου να μειωθούν οι περιττές δαπάνες» όπως χαρακτηριστικά είπε. Όπως καταλαβαίνουμε, ο «Καλλικράτης», μετά την τεράστια επιτυχία που είχε η εφαρμογή του στους δήμους, έρχεται τώρα να εφαρμοστεί και στα πανεπιστήμια.
Η τρίτη σημαντική «καινοτομία» του επικείμενου νόμου έχει να κάνει με τη νέα μορφή των σπουδών και τον νέο τρόπο λήψης του πτυχίου. Πλέον το «Τμήμα» καταργείται, ενώ οι φοιτητές θα εισάγονται σε «Σχολή» , η οποία αποτελεί τη νέα βασική ακαδημαϊκή μονάδα. ( πχ τα Τμήματα Χημικού, Μαθηματικού, Φυσικού, υπάγονται στη Σχολή Θετικών Επιστημών. Κάποιος που θέλει να γίνει χημικός δεν θα εισάγεται πια στο Χημικό, αλλά στη Σχολή Θετικών Επιστημών). Μετά την εισαγωγή του στη Σχολή, ο κάθε φοιτητής θα είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη διαμόρφωση του προγράμματος σπουδών του, σύμφωνα με μια καθαρά ατομική επιλογή μαθημάτων που θα κάνει. Θα διαμορφώνει δηλαδή το δικό του «μενού μαθημάτων», σύμφωνα με επίσημη δήλωση της υπουργού.
Με αυτόν τον τρόπο το ενιαίο πτυχίο, (μαζί με τα συλλογικά εργασιακά δικαιώματα που αυτό συνεπάγεται), παύει να υπάρχει, και οδηγούμαστε στο ατομικό «πτυχίο» το οποίο θα είναι αποτέλεσμα της εξατομικευμένης εκπαιδευτικής διαδρομής του κάθε φοιτητή, και θα έρχεται μετά από συλλογή πιστωτικών μονάδων. Ο πρωθυπουργός χαρακτηριστικά μίλησε για «πτυχία πολλών μορφών, ανάλογα με τις ανάγκες (της αγοράς φυσικά), από τεραετή μέχρι διετή και μονοετή, που όμως δεν θα σταματάνε τον νέο που θέλει να συνεχίσει». Φυσικά το υπέρογκο κόστος των σπουδών θα αναγκάζει τον «νέο που θέλει να συνεχίσει» να διακόπτει τελικά τις σπουδές του για να βρει με το μονοετές πτυχίο του μια κακοπληρωμένη και χωρίς δικαιώματα δουλειά. Να γίνει δηλαδή “βούτυρο στο ψωμί” του εκάστοτε εργοδότη προκειμένου να επιβιώσει. Ο πρωθυπουργός και η υπουργός Παιδείας δήλωσαν κυνικά ότι η συγκεκριμένη διάταξη «βάζει τέλος στην τυποποίηση και την ομοιομορφία και οδηγεί στην πολυτυπία».
Μακριά όμως από το να οδηγεί στην «πολυτυπία», το συγκεκριμένο μέτρο οδηγεί με έναν «τυποποιημένο και ομοιόμορφο» τρόπο στην παραγωγή αμόρφωτου και φθηνού εργατικού δυναμικού, χωρίς ολοκληρωμένη γνώση κάποιου επιστημονικού αντικειμένου, «εξαρτήματος μιας μηχανής» χωρίς συνολική αντίληψη της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία παίρνει μέρος, και χωρίς καμιά δυνατότητα διεκδίκησης εργασιακών δικαιωμάτων. Εργατικού δυναμικού που θα είναι διαχρονικά υπο καθεστώς ομηρίας στις απειλές και στις ορέξεις των καπιταλιστών και που θα τρέχει εφ όρου ζωής στα Ινστιτούτα Δια Βίου Μάθησης προκειμένου να επανακαταρτίζεται (πληρώνοντας φυσικά), για να ακολουθεί τις νέες εξελίξεις της αγοράς. Είναι γεγονός ότι η αστική τάξη δεν θα μπορούσε να κάνει πιο «κερδοφόρα επένδυση» σε εργατικό δυναμικό από αυτή.
Τα παραπάνω καθώς και πολλά άλλα μέτρα, όπως η δημιουργία εδρών υπο χορηγία, δηλαδή οι πανεπιστημιακοί καθηγητές θα έχουν τον προσωπικό τους χορηγό και άρα θα είναι πλήρως εξαρτημένοι και ελεγχόμενοι (κατευθυνόμενοι) από αυτόν όσον αφορά την έρευνα και το μάθημα που θα κάνουν, ο περιορισμός του αριθμού των εξεταστικών, η επιβολή προαπαιτούμενων μαθημάτων και «σπουδών κατ’ έτος» που θα εντείνουν τους ταξικούς φραγμούς στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, θα συμπεριλαμβάνονται στο νέο νόμο-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και ζητήματα δημοκρατίας που προκύπτουν όσον αφορά τη λειτουργία των Ιδρυμάτων, αφού πλέον οι ηγεσίες των Ιδρυμάτων δεν θα εκλέγονται αλλά θα διορίζονται από την κυβέρνηση και θα αποτελούνται από επιχειρηματίες που προφανώς θα διοικούν τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ με τον ίδιο «δημοκρατικό» τρόπο που διοικούν και τις επιχειρήσεις τους.
Αυτό που πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα, είναι ότι αυτός ο ακραία ταξικός και βάρβαρος νόμος δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι έρχεται αυτήν την περίοδο. Σε μια εποχή ιστορικής και βαθειάς κρίσης του παρακμάζοντος καπιταλισμού, όπου η πίτα των κερδών της αστικής τάξης τείνει να μειωθεί, είναι ανάγκη το κεφάλαιο να εισχωρήσει σε όσο το δυνατόν περισσότερα πεδία, σε όσο γίνεται περισσότερους τομείς προκειμένου να τους εκμεταλλευτεί προς όφελός του. Έτσι, η παιδεία, θυσιάζεται και αυτή στο βωμό της ακόρεστης δίψας των καπιταλιστών για περισσότερα κέρδη, και από κοινωνικό αγαθό προσβάσιμο σε όλους, μετατρέπεται σε ένα κοινό εμπόρευμα όπως όλα τα άλλα, το οποίο όποιος δεν έχει χρήματα, απλά δεν μπορεί να το αγοράσει. (Στην πραγματικότητα, αυτή η μετατροπή έχει αρχίσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια, απλά τώρα παίρνει μια πιο τυπική μορφή). Επίσης η έρευνα, η ύλη που διδάσκεται, η γνώση που παρέχεται, οι νέοι εργαζόμενοι, όλα αυτά υποτάσσονται στο σκοπό της αύξησης της κερδοφορίας των καπιταλιστών με τον τρόπο που αναλύθηκε παραπάνω.
Το αστικό κράτος, που επί χρόνια μείωνε τις δαπάνες για την Παιδεία, αφήνοντάς τη να μαραζώσει, προκειμένου να επιδοτεί τους καπιταλιστές, την Εκκλησία και τα εξοπλιστικά προγράμματα συσσωρεύοντας ένα δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, τώρα που κατάλαβε ότι «δεν υπάρχουν λεφτά», παραδίδει το «φιλέτο»της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προς εκμετάλλευση σε αυτούς που τόσα χρόνια επιδοτούσε, όπως γίνεται και με τις διάφορες (αφημένες στη μοίρα τους) ΔΕΚΟ.
Αναγκαιότητα σύνδεσης φοιτητικού και εργατικού κινήματος
Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι σε συνθήκες βαθειάς καπιταλιστικής κρίσης, η ιδιωτικοποίηση της παιδείας, όπως και τόσων άλλων τομέων, αποτελεί βασική πολιτική επιλογή για την αστική τάξη και τα κόμματά της. Το φοιτητικό κίνημα έχει αποδείξει πως έχει τη διάθεση να αντισταθεί σθεναρά στις επιδιώξεις της κυβέρνησης του κεφαλαίου και είναι σίγουρο πως μας περιμένει ένας ιδιαίτερα «θερμός»χειμώνας. Οι ηγεσίες των αριστερών φοιτητικών παρατάξεων (ιδιαίτερα η ηγεσία της ΠΚΣ) έχουν χρέος να σταματήσουν να χρησιμοποιούν τις αναμεταξύ τους πολιτικές διαφωνίες ως άλλοθι για διασπαστικές ενέργειες και ξεχωριστές κινητοποιήσεις, να ανυψώσουν το ηθικό των φοιτητών και να οργανώσουν μαζικούς, ενωτικούς και προοπτικά νικηφόρους αγώνες με στόχο μια τριτοβάθμια εκπαίδευση αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν για όλους, Πανεπιστήμια που θα προωθούν την ολοκληρωμένη ανάπτυξη της επιστήμης και της παρεχόμενης γνώσης προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και που θα λειτουργούν κάτω από τον έλεγχο και τη διαχείριση των αντιπροσώπων των εργαζομένων σε αυτά και των φοιτητών.
Οι παραπάνω όμως στόχοι θα παραμείνουν «όνειρα θερινής νυκτός» αν δεν συνδυαστούν με έναν μαζικό και συντονισμένο αγώνα φοιτητών και εργατών. Οι εργαζόμενοι ζουν καθημερινά στο πετσί τους την ανάγκη του καπιταλισμού να «τραφεί με τις σάρκες» της κοινωνίας προκειμένου να κρατηθεί στη ζωή, και οι πάμπολες και μαζικές γενικές απεργίες των περασμένων μηνών έχουν δείξει τη διάθεσή τους να αγωνιστούν παρά την ξεκάθαρα προδοτική στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Οι ηγεσίες του ΣΥΝ και του ΚΚΕ μπορούν και πρέπει να ενώσουν αυτές τις χιλιάδες εργαζομένων και φοιτητών σε ένα ορμητικό ποτάμι που – στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου σχεδίου αγώνα- θα στείλει την αστική τάξη και το σύστημά της εκεί όπου πραγματικά ανήκει. Στο μουσείο των αρχαιοτήτων. Άλλωστε, μια πραγματικά δημόσια και δωρεάν Παιδεία, μπορεί να υπάρξει μόνο στα πλαίσια μιας συνολικά εθνικοποιημένης και σχεδιασμένης από τους ίδιους τους εργαζόμενους οικονομίας και υπό την αιγίδα ενός εργατικού κράτους, όπως αυτό έχει περιγραφεί από τους κλασσικούς του Μαρξισμού.