Τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε μια συνεχή αύξηση της ανεργίας, η οποία λόγω της κρίσης του καπιταλισμού τείνει να αποκτήσει ενδημικό χαρακτήρα. Στο παρακμάζον καπιταλιστικό σύστημα μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων είναι καταδικασμένη να μη δουλέψει πότε. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο που δεν αφήνει ανέπαφες ούτε τις πιο προηγμένες χώρες. Όσον αφορά την Ελλάδα, που αποτελεί τον αδύναμο ευρωπαϊκό κρίκο, οι στρατιές των ανέργων όλο και πληθαίνουν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον περασμένο Μάιο η επίσημη ανεργία έφτασε στο 16,6% σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ έως το 2012 αναμένεται να ανέλθει στο 21%. Ωστόσο, τα ποσοστά αυτά αφορούν μονό την εγγεγραμμένη ανεργία, καθώς δεν υπολογίζεται ως άνεργος ο εργαζόμενος που δούλεψε έστω και μία ώρα την εβδομάδα. Έτσι κατά τις ίδιες πάντα προβλέψεις η πραγματική ανεργία το προσεχές έτος θα αγγίξει το 25%, σαν συνέπειας της πολιτικής του Μνημονίου με τις συνεχείς περικοπές στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, που το μόνο που έχουν καταφέρει είναι να βυθίσουν ακόμη περισσότερο την ελληνική οικονομία στην ύφεση.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα τι είναι και πού οφείλεται η ανεργία. Η κοινωνική αυτή μάστιγα είναι άρρηκτα δεμένη με το καπιταλιστικό σύστημα· υπάρχει σε όλες τις χώρες, ανεπτυγμένες ή μη. Μπορεί να διογκώνεται σε περιόδους κρίσης, αλλά δεν παύει να υπάρχει και σε περιόδους άνθησης. Οι ρίζες της βρίσκονται στην αναρχία που επικρατεί στην παραγωγή και στις σχέσεις ατομικής ιδιοκτησίας. Οι καπιταλιστές, ως κάτοχοι των μέσων παραγωγής, στοχεύουν στη μεγιστοποίηση του κέρδους τους μέσω της συνεχούς αύξησης της παραγωγικότητας με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Δηλαδή, λιγότερα εργατικά χέρια και περισσότερες ώρες εντατικοποιημένης εργασίας. Σε περιόδους ύφεσης, όπως η σημερινή, η πίτα των κερδών μειώνεται και η μόνη λύση από την πλευρά των καπιταλιστών είναι οι μαζικές απολύσεις, προκείμενου να διατηρήσουν το μερίδιό τους.
Επομένως, η καταπολέμηση της ανεργίας αποτελεί θεμελιώδες ζήτημα για την εργατική τάξη, καθώς αφορά ουσιαστικά την επιβίωσή της. Οι καπιταλιστές και η άρχουσα τάξη κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να διαχωρίσουν τους εργαζόμενους από τους ανέργους, διαποτίζοντάς τους με το δηλητήριο του ανταγωνισμού. Η Αριστερά έχει λοιπόν άμεσο καθήκον να ξεκινήσει μια καμπάνια εγγραφής όλων των ανέργων στα συνδικάτα, αλλά και στις ίδιες τις οργανώσεις της. Οι άνεργοι αποτελούν ήδη ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που διαρκώς αυξάνεται. Γι’ αυτό το λόγο είναι αναγκαίο να συνδεθούν με το υπόλοιπο εργατικό κίνημα και να γίνουν από όπλο της άρχουσας τάξης, όπλο της εργατικής στον αγώνα της ενάντια στην πρώτη.
Επιπλέον, ένα αίτημα που θα έπρεπε να προβάλλει η Αριστερά, και να παλεύει γι’ αυτό με νύχια και με δόντια, είναι να μοιραστούν οι υπάρχουσες θέσεις εργασίας στα διαθέσιμα εργατικά χέρια με μείωση των ωρών εργασίας και χωρίς μείωση των μισθών. Οι εργάτες στο Σικάγο τον 1886 έχυσαν το αίμα τους για να διεκδικήσουν το οκτάωρο. Σήμερα, που η τεχνολογία και οι παραγωγικές δυνάμεις βρίσκονται σε πολύ ανώτερο επίπεδο, οι εργάτες θα έπρεπε να διεκδικούν λιγότερες ώρες εργασίας· αντ’ αυτού παλεύουν για να μη χάσουν τη δουλειά που ήδη έχουν. Ένα τέτοιο αίτημα που πηγάζει από το δικαίωμα κάθε ανθρώπου στην εργασία, ανοίγει το δρόμο για τη ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα και το αστικό κράτος, και σε τελική ανάλυση για την ανατροπή του.
Όπως προαναφέραμε, η ανεργία έχει αποκτήσει διαρκή χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη φάση του οικονομικού κύκλου, και αυτό ακριβώς αποδεικνύει πόσο αντιδραστικός είναι πλέον ο καπιταλισμός. Ακόμα και οι αστοί οικονομολόγοι ομολογούν πως, ακόμα και όταν η παγκόσμια οικονομία μπει σε τροχιά ανάκαμψης, η μαζική ανεργία θα εξακολουθήσει να υφίσταται. Κατά συνέπεια ένα τέτοιο φαινόμενο δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με αποσπασματικά μέτρα. Απαιτείται η εφαρμογή ενός προγράμματος δημοσίων έργων και αναβάθμισης των κοινωνικών υπηρεσιών, ούτως ώστε να απορροφηθεί μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού. Όσον αφορά τους ήδη ανέργους είναι απαραίτητο να χορηγηθεί επίδομα ανεργίας της τάξης του 80% του βασικού μισθού, για όσο καιρό βρίσκονται χωρίς δουλειά.
Η παρατεταμένη ύφεση ωθεί τους καπιταλιστές σε μειώσεις μισθών, μαζικές απολύσεις ή και κλείσιμο επιχειρήσεων, προκείμενου να διατηρήσουν το μερίδιο και τη θέση τους στην αγορά. Σιγά σιγά οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να συνειδητοποιούν πως ο μόνος δρόμος για να ξεφύγουν από το φάσμα της εξαθλίωσης είναι να αμφισβητήσουν το ίδιο το δικαίωμα μιας χούφτας ιδιοκτητών-παρασίτων να έχουν στα χέρια τους τον πλούτο της κοινωνίας. Έτσι, το μεταβατικό αίτημα των εθνικοποιήσεων των επιχειρήσεων που κλείνουν, κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση, είναι η μόνη ρεαλιστική απάντηση που μπορεί να δοθεί στο πρόβλημα των χιλιάδων απολυμένων.
Είναι άμεσο καθήκον των κομμάτων της Αριστεράς (ΚΚΕ, ΣΥΝ) να υιοθετήσουν στο πρόγραμμά τους όλα τα παραπάνω αιτήματα. Στο παρελθόν ο «Συνασπισμός» είχε κάνει προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση προτείνοντας το «τριανταπεντάωρο χωρίς μείωση αποδοχών», μέτρο που θα εξασφάλιζε άμεσα χιλιάδες θέσεις εργασίας. Η ηγεσία του κόμματος φέρει μεγάλες ευθύνες γιατί η συγκεκριμένη διεκδίκηση εγκαταλείφθηκε, αποδυναμώνοντας σε δύσκολους καιρούς το διεκδικητικό οπλοστάσιο της εργατικής τάξης.
Συνοψίζοντας λοιπόν τα παραπάνω, η Αριστερά και το ίδιο το εργατικό κίνημα πρέπει να προβάλουν τα εξής αιτήματα:
- Μοίρασμα των θέσεων εργασίας στα διαθέσιμα εργατικά χέρια. Άμεση θεσμοθέτηση του 35ωρου-5ήμερου-7ωρου χωρίς μείωση μισθών, για να ανοίξουν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, με προοπτική για μια περαιτέρω μείωση της εργάσιμης εβδομάδας ανάλογα με τον αριθμό των ανέργων.
- Αύξηση του επιδόματος ανεργίας στο 80% του βασικού μισθού για όσο διάστημα είναι κανείς άνεργος και πλήρης ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
- Εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο και διαχείριση.
- Αγώνας για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και αντικατάστασή του από μια δημοκρατικά σχεδιασμένη σοσιαλιστική οικονομία, ως το μονό μέσο για να εξαλειφθεί πλήρως η ανεργία.
Λίνα Μητσιογιάννη