Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΕπικαιρότηταΑναλύσειςΕλληνικές εξελίξεις και προοπτικές - Μέρος Β΄

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Διεθνούς (RCI), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Ελληνικές εξελίξεις και προοπτικές – Μέρος Β΄

 

Το δημοσιονομικό έλλειμμα και ο φόβος της κρατικής χρεοκοπίας

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η κυβέρνηση στην πρόσφατη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε («Ecofin»), το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας έχει αναρριχηθεί στο 12,5% του ΑΕΠ από 6,5% του που ήταν το πρώτο εξάμηνο του έτους, ενώ το Δημόσιο Χρέος ξεπερνά το 120% από 99,2% του ΑΕΠ που ήταν το 2008, αντανακλώντας σε τελική ανάλυση την αδυναμία του διεφθαρμένου και σπάταλου αστικού κράτους να εξασφαλίσει την βιωσιμότητά του σε περίοδο κρίσης του καπιταλισμού. Αυτή η εκτόξευση του Χρέους και του Ελλείμματος έχει αυξήσει κατακόρυφα το κόστος του δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, καθώς το περίφημο «spread», δηλαδή η διαφορά των αποδόσεων μεταξύ των ελληνικών και των γερμανικών δεκαετών ομολόγων, εκτινάχθηκε κοντά στο 2,5% (γεγονός που με απλά λόγια σημαίνει ότι το ελληνικό κράτος, εξαιτίας του αυξημένου φόβου για μια ενδεχόμενη χρεοκοπία του, είναι υποχρεωμένο να πληρώνει μεγαλύτερους τόκους στους κερδοσκόπους δανειστές του που αγοράζουν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου), επίπεδο στο οποίο είχε βρεθεί κατά τη διάρκεια του αποκορυφώματος της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, το πρώτο εξάμηνο του 2009.
Ο φόβος για το ενδεχόμενο μια  χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους, έσπρωξε την «Κομισιόν» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) να αφήσει τις «συστάσεις» και να επιβάλει ένα καθεστώς άμεσης επιτήρησης, σύμφωνα με το οποίο, ανά τρίμηνο θα διεξάγει αυστηρό έλεγχο στα δημόσια οικονομικά. Οι αξιωματούχοι του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού μάλιστα, με πιο πρόσφατο δείγμα την έκθεση που δημοσίευσε η  «Deutsche Bank» («Βήμα» 26/11), έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι σε ένα ενδεχόμενο αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών του, το ελληνικό κράτος θα πρέπει να προσφύγει στο ΔΝΤ, όπου οι όροι δανεισμού θα είναι ακόμα πιο επαχθείς, με απότομες και μαζικές περικοπές σε όλα τα επίπεδα.

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εδώ, ότι αυτό που προβληματίζει τους ευρωπαίους αστούς δεν είναι αυτά καθ’ αυτά τα σημερινά επίπεδα του Χρέους και του Ελλείμματος της Ελλάδας καθώς, με βάση τις επιδόσεις τους το 2010, οι 13 από τις 16 χώρες της «Ευρωζώνης» θα βρεθούν «υπό επιτήρηση». Αυτό που τους προβληματίζει είναι ειδικά η δεινή θέση και οι δυσοίωνες προοπτικές του ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος ως ο λιγότερο ανταγωνιστικός στην «Ευρωζώνη» θα βρεθεί αντιμέτωπος τους επόμενους μήνες με μια βαθύτερη ύφεση, που θα στερήσει από το αστικό κράτος φορολογικά έσοδα και έτσι θα τείνει να πολλαπλασιάσει το Έλλειμμα και το Χρέος.

Η επισφαλής θέση των τραπεζών

Όμως πλάι στον πονοκέφαλο του Χρέους, προστίθεται και η επισφαλής κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, παρ’ ότι γύρω από αυτή στον αστικό Τύπο δεν γίνεται ακόμα ο αντίστοιχος «θόρυβος» που γίνεται για το έλλειμμα. Οι τράπεζες και φέτος κατάφεραν να σημειώσουν υψηλά κέρδη, μέσα από την δυνατότητα που με άλλοθι την κρίση τους έδωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) – η οποία εκφράζει με έναν αφοπλιστικό τρόπο το βαθμό παρασιτισμού του καπιταλισμού – να δανείζονται αφειδώς χρήματα με χαμηλό επιτόκιο και να τα δανείζουν με τη σειρά τους με υψηλότερο επιτόκιο στο ελληνικό κράτος, καρπωνόμενες τη διαφορά. Συγκεκριμένα, καθ’ όλη τη διάρκεια του 2009, οι ελληνικές τράπεζες, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές, μπορούσαν να δανείζονται από την ΕΚΤ με επιτόκιο μόλις 1%. Στη συνέχεια για να κερδοσκοπούν, δάνειζαν το ελληνικό Δημόσιο με επιτόκια της τάξεως του 4,5% .

Με δεδομένο ότι η ευρωπαϊκή οικονομία τυπικά αρχίζει να βγαίνει από την ύφεση, η ΕΚΤ στις 3/12 διεμήνυσε επίσημα ότι επίκειται η βαθμιαία απόσυρση αυτών των «έκτακτων μέτρων χορήγησης ρευστότητας» στις τράπεζες. Αυτό προκάλεσε τον έντονο προβληματισμό στις τάξεις των ελληνικών τραπεζών. Το πρόβλημα είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι οι πλέον εξαρτημένες στην Ευρώπη από την ΕΚΤ, καθώς με βάση στοιχεία που έχουν δώσει οι ίδιες, έχουν λάβει συνολικά δάνεια 38 δισ. ευρώ, δηλαδή το 7,9% των συνολικών τους παγίων κεφαλαίων. Είναι ενδεικτικό για την ανησυχία  των ελλήνων αστών το γεγονός ότι στις αρχές Δεκέμβρη η «Τράπεζα της Ελλάδας» κάλεσε επίσημα τις τράπεζες να απαντήσουν άμεσα για το πως θα αναπληρώσουν στο εξής τη «ρευστότητα» που έχουν αντλήσει από την ΕΚΤ.

Επιπρόσθετα, η εφημερίδα «Wall Street Journal», όπως δημοσίευσε η «Καθημερινή στις 22/11, ανέφερε ότι αν υπάρξει και νέα υποτίμηση της ελληνικής πιστοληπτικής αξιολόγησης, δηλαδή αν το «spread» με το οποίο δανείζεται το ελληνικό κράτος αυξηθεί ακόμα περισσότερο, η ΕΚΤ θα υποχρεωθεί να επιβάλει πρόστιμο 5% στα ομόλογα που καταθέτουν ως εγγύηση για δανεισμό οι ελληνικές τράπεζες και αυτό θα τις επιβάρυνε με ένα κόστος 2 δισ. δολάρια, οδηγώντας σίγουρα κάποιες από αυτές σε χρεοκοπία.

Ανεξάρτητα όμως από την προοπτική πραγματοποίησης αυτού του συγκεκριμένου σεναρίου, οι επισφάλειες των ελληνικών τραπεζών είναι ήδη επικίνδυνα αυξημένες, καθώς το 2010 υπολογίζεται ότι τα καθυστερούμενα δάνεια θα ανέλθουν σε ποσοστό 12%. Αυτό σημαίνει ότι όσο η κρίση θα βαθαίνει και τα «κανόνια» νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα αυξάνονται, οι τράπεζες θα γίνονται ακόμα πιο φειδωλές στη χορήγηση δανείων. Έτσι η πίστη, που αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα τεχνητής παράτασης της ανάπτυξης της προηγούμενη περίοδο, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο έτσι και στην Ελλάδα, γίνεται πλέον αποφασιστικός παράγοντας για την βύθιση στην ύφεση. Αν μάλιστα αυτό συνοδευτεί στο μέλλον από την χρεοκοπία μιας η περισσότερων μεγάλων τραπεζών, τότε θα δημιουργηθούν οι συνθήκες  για μια μεγάλη «σεισμική δόνηση» στον ελληνικό, αλλά και στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.

Το βασικό πρόβλημα με αυτή τη δυσοίωνη για τις τράπεζες προοπτική, είναι ότι τα περιθώρια του αστικού κράτους για ένα νέο «πακέτο στήριξης» της κερδοφορίας των ιδιωτικών τραπεζών σαν αυτό της κυβέρνησης Καραμανλή, θα είναι ανύπαρκτα, με δεδομένη την υπερδιόγκωση του Χρέους και των ελλειμμάτων. Έτσι σε αυτές τις συνθήκες, το πιο πιθανό – όπως υποστηρίξαμε και στο περσινό μας αντίστοιχο κείμενο – θα είναι οι αστοί και η κυβέρνηση να αναγκαστούν από τα πράγματα να κινηθούν προς τις εθνικοποιήσεις για να διασωθεί το τραπεζικό σύστημα.

Σε συνθήκες επιδείνωσης της ύφεσης, αύξησης των ελλειμμάτων και του κινδύνου της χρεοκοπίας, η νέα κυβέρνηση έχει ήδη συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της αστικής τάξης και των διεθνών επιτελείων του κεφαλαίου και ετοιμάζεται να λάβει σκληρά μέτρα. Πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι οι περικοπές που έρχονται στις κοινωνικές δαπάνες θα είναι πρωτοφανείς, αν αναλογιστούμε ότι η κυβέρνηση δεσμεύθηκε στην Ε.Ε πως θα μειώνει κάθε χρόνο το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά ποσό ανάλογο προς το 3% του ΑΕΠ της (περί τα 7 δισ. ευρώ), εκ των οποίων τα 5 δισ. ευρώ (δηλαδή, 2% του ΑΕΠ) θα πρέπει να προέλθουν από περικοπές κρατικών δαπανών μόνιμου χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει πρακτικά, δραματικά λιγότερες δαπάνες για Υγεία, Παιδεία, Ασφάλιση, Δημόσιες Επενδύσεις, μαζικές απολύσεις σε όλο το φάσμα του Δημοσίου και μαζικές περικοπές μισθών και συντάξεων. Η «ηπιότητα και η μετριοπάθεια» της κυβέρνησης Παπανδρέου θα γίνει γρήγορα μια μακρινή ανάμνηση, μαζί με τις όποιες αυταπάτες υπάρχουν ακόμα μέσα στις πλατειές μάζες των εργαζόμενων για την πολιτική και τις προθέσεις της.
Όλα αυτά υπογραμμίζουν την επείγουσα αναγκαιότητα της εφαρμογής ενός σοσιαλιστικού προγράμματος. Ενάντια στις μικροαστικές αερολογίες για την ανάγκη «αντι – νεοφιλελεύθερων πολιτικών» που θα «ενισχύσουν τη ζήτηση» για να «κινηθεί η οικονομία», πρέπει να κατανοήσουμε ότι είναι τέτοιο το μέγεθος της κρίσης, που μόνο μια πολιτική επαναστατικών, ριζικών αλλαγών στην οικονομία και την πολιτική μπορεί να βγάλει την κοινωνία από το αδιέξοδο. Σε τελική ανάλυση, μόνο αν εθνικοποιηθούν οι τράπεζες και τα μονοπώλια, κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση μπορούν να σωθούν οι εργαζόμενοι από τα χρέη και τη φτώχια. Μόνο αν σχεδιαστεί δημοκρατικά η οικονομία μπορεί να σωθεί η εργατική τάξη από την ανεργία. Μόνο αν αντικατασταθεί η αδηφάγα αστική κρατική μηχανή με ένα φθηνό και διάφανο στη λειτουργία του εργατικό κράτος, μπορεί η οικονομία να ξεμπερδέψει μια για πάντα με τα ελλείμματα. Και τέλος, μόνο αν αυτές οι αλλαγές επεκταθούν σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο μπορεί να εξασφαλιστεί ένα μέλλον ευημερίας και προόδου για όλους τους εργαζόμενους. Άλλοι «εύκολοι» και «σύντομοι» δρόμοι δεν υπάρχουν. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που για άλλη μια φορά προκύπτει από την ανάλυση της κατάστασης και των προοπτικών του ελληνικού καπιταλισμού, δικαιώνοντας πλήρως τις μαρξιστικές ιδέες και τον υπομονετικό αγώνα που διεξάγουν γύρω από αυτές οι μαρξιστές μέσα στο εργατικό κίνημα και τη νεολαία.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα