Δημοκρατικός σχεδιασμός
Αυτό όμως που πάνω από όλα έδειξε η εμπειρία των παραμορφωμένων εργατικών κρατών ήταν πως η σχεδιασμένη οικονομία είναι αδύνατο να λειτουργήσει αποτελεσματικά χωρίς την εργατική δημοκρατία. Ο σχεδιασμός πρέπει να είναι δημοκρατικός, αλλιώς δεν μπορεί να αποδώσει. Μια οικονομία που διαθέτει στις τάξεις της χιλιάδες επιχειρήσεις δεν μπορεί να σχεδιαστεί από μια ολιγάριθμη και ανεξέλεγκτη διευθυντική ελίτ. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι η κακοδιαχείριση, η διαφθορά και η χαμηλή ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων. Μια πολύ κατατοπιστική εικόνα για το πώς πρέπει να λειτουργεί ο δημοκρατικός σχεδιασμός μας δίνει αξεπέραστα η απόφαση της Πανρωσικής Συνδιάσκεψης των Σοβιέτ το 1917 : «..Οι οικονομική ζωή της χώρας – τόσο η αγροτική οικονομία όσο και η βιομηχανία, το εμπόριο και οι μεταφορές – πρέπει να υποτάσσεται σ’ ένα σχέδιο που θα καθορίζεται με σκοπό να ικανοποιήσει τις προσωπικές και οικονομικές ανάγκες των πλατειών μαζών του λαού, που θα επικυρώνεται από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του και θα πραγματοποιείται με την καθοδήγηση αυτών των αντιπροσώπων μέσω των αντιπροσώπων μέσω των αντίστοιχων κρατικών και τοπικών ιδρυμάτων εφαρμογής του κρατικού σχεδίου.
Το μέρος του σχεδίου που αφορά την αγροτική οικονομία πραγματοποιείται κάτω από τον έλεγχο των οργανώσεων της αγροτιάς και των εργατών γης, το δε μέρος που αφορά τις επιχειρήσεις στις οποίες χρησιμοποιείται μισθωτή εργασία – στη βιομηχανία, στο εμπόριο και στις μεταφορές – πραγματοποιείται από τον εργατικό έλεγχο, πραγματικά όργανα του οποίου είναι μέσα στην επιχείρηση οι εργοστασιακές και οι άλλες αντίστοιχες με αυτές επιτροπές και στην αγορά εργασίας τα επαγγελματικά συνδικάτα.
Η συνένωση των εργοστασιακών επιτροπών των διάφορων επιχειρήσεων πρέπει να γίνεται κατά κλάδο παραγωγής για τη διευκόλυνση του ελέγχου του ελέγχου σε κάθε κλάδο της βιομηχανίας και στο σύνολό της, για το συντονισμό της εργασίας με το γενικό οικονομικό σχέδιο και την λογική κατανομή των παραγγελιών των υλικών, των καυσίμων των τεχνικών και της εργατικής δύναμης καθώς επίσης και για τη διευκόλυνση της από κοινού δράσης με τα επαγγελματικά συνδικάτα που θα οργανώνονται κατά χώρους παραγωγής. Τα γενικά συμβούλια πόλης των επαγγελματικών συνδικάτων και των εργοστασιακών επιτροπών, αντιπροσωπεύουν το προλεταριάτο στα κρατικά και τοπικά ιδρύματα, στην επεξεργασία και την εφαρμογή του οικονομικού σχεδίου και στην οργάνωση των ανταλλαγών ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, έχουν την ανώτερη καθοδήγηση στις εργοστασιακές επιτροπές και τα επαγγελματικά συνδικάτα για τον εργατικό έλεγχο στο δοσμένο τόπο και εκδίδουν υποχρεωτικούς κανονισμούς της εργατικής πειθαρχίας στην διαδικασίας της παραγωγής, που εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση των εργατών».
Συμβιβασμός με το αστικό κράτος και την αστική δημοκρατία
Το ζήτημα πάνω στο οποίο τα «15 σημεία» δίνουν τις πιο αναξιόπιστες και ανεπαρκείς απαντήσεις είναι το ζήτημα του κράτους. Και μόνο ο τίτλος του σημείου 4 «Πολιτικά, δημοκρατικά και ατομικά δικαιώματα. Ποιότητα της Δημοκρατίας.» κρύβει ένα θεμελιώδες λάθος : οι σοσιαλιστές δεν μπορούν να αναφέρονται στην Δημοκρατία αφηρημένα, με άλλα λόγια στο κράτος, χωρίς να αγγίζουν το θεμελιώδες ζήτημα της ταξικής του φύσης. Στην «Καταγωγή της Οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» ο Φρίντριχ Ένγκελς τόνιζε ότι «το κράτος είναι κατά κανόνα κράτος της πιο ισχυρής οικονομικά κυρίαρχης τάξης που με τη βοήθεια του κράτους γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη τάξη». Το σημερινό κράτος στην Ελλάδα είναι το αστικό κράτος και η «Δημοκρατία», της οποίας την ποιότητα εξετάζει αταξικά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι η αστική δημοκρατία, που στην πραγματικότητα είναι η καλυμμένη με το καθολικό εκλογικό δικαίωμα και τον κοινοβουλευτισμό δικτατορία του κεφαλαίου. Μόνο πάνω στη βάση μιας τέτοιας προσέγγισης είναι δυνατό να διατυπωθούν σωστές πολιτικές διεκδικήσεις για το ζήτημα του κράτους.
Αν κάποιος επιδιώξει να αναζητήσει το είδους του κράτους με το οποίο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θέλει να αντικαταστήσει το σημερινό αστικό κράτος τότε θα απογοητευθεί, καθώς δεν γίνεται ούτε υπαινιγμός για μια τέτοια προοπτική. Μια ηγεσία που ορκίζεται στον «στρατηγικό» στόχο του σοσιαλισμού δεν μπορεί να μην διατυπώνει μια «στρατηγική» θέση για το ζήτημα του κράτους. Αυτό το γεγονός με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο μαρτυρά πως οι θέσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν βγαίνουν πέρα από τα όρια του καπιταλισμού.
Όλα τα προτεινόμενα μέτρα για την «ποιότητα της δημοκρατίας» στο σημείο 4 (« Καταπολέμηση κάθε διάκρισης λόγω φύλου, θρησκείας, χρώματος, καταγωγής, σεξουαλικού προσανατολισμού. Ελεύθερη επιλογή τρόπου συμβίωσης. Νομιμοποίηση και ένταξη στην κοινωνική ασφάλιση όλων των μεταναστών. Σεβασμός στα δικαιώματα των μειονοτήτων, των Ρομά και των φυλακισμένων. Κατάργηση του τρομονόμου. Κατάργηση όλων των διατάξεων που επιτρέπουν την επιστράτευση απεργών ή την καταναγκαστική εργασία σε κλάδους εργαζομένων. Ριζική μεταρρύθμιση του σωφρονιστικού συστήματος. Χάρτης δικαιωμάτων των κρατουμένων. Απλή αναλογική, ως πάγιο εκλογικό σύστημα») είναι σε τελική ανάλυση φιλελεύθερα μέτρα αστικού εκσυγχρονισμού και θα μπορούσαν να συνυπογραφούν από κάθε συνεπή αστό δημοκράτη. Αντί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να τονίσει ότι η μη πραγματοποίηση των περισσότερων από αυτές της μεταρρυθμίσεις υπογραμμίζει το πόσο αντιδραστικός είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός, αφήνει να εννοηθεί ότι είναι εφικτός ένας καπιταλισμός που θα σέβεται τα ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα.
Οι θέσεις για το στρατό και την αστυνομία : κενά, αδιέξοδα και λάθη
Ο Ένγκελς στο προαναφερόμενο κλασσικό έργο, τόνιζε χαρακτηριστικά ότι το κράτος είναι σε τελική ανάλυση «ειδικά ένοπλα σώματα ανδρών». Με άλλα λόγια, στρατός και αστυνομία. Πως όμως αντιμετωπίζουν τα «15 σημεία» αυτό το κομβικό ζήτημα; Οι θέσεις για «Κατάργηση των ειδικών μονάδων (ΜΑΤ, ΕΚΑΜ) και των ειδικών σωμάτων (Ειδικοί φρουροί)» και «Αφοπλισμό των αστυνομικών μονάδων στη διάρκεια κινηματικών εκδηλώσεων» αποτελούν πρακτικά ευχολόγια, έξω από τον τόπο και το χρόνο. Έξω δηλαδή από την ζωντανή ταξική πάλη, μέσα στην οποία οι «ειδικές δυνάμεις» καταλαμβάνουν εξέχουσα θέση σαν μέσο άσκησης βίας για λογαριασμό της άρχουσας τάξης. Διότι δεν εξηγείται το πως είναι δυνατό η άρχουσα τάξη σε συνθήκες έντονης ταξικής πάλης να δεχθεί τον αφοπλισμό της. Και επίσης, δεν εξηγείται το πως οι εργαζόμενοι θα οργανωθούν για να αντιμετωπίσουν αυτούς τους ειδικούς μηχανισμούς, μέσα από ποια διαδικασία θα αναδειχθούν τα όργανα μια άλλης εξουσίας, της εξουσίας των εργαζόμενων, σαν απαραίτητο στήριγμα της πορείας προς το σοσιαλισμό και τελικά το ποια θα είναι αυτά τα όργανα και πως θα λειτουργούν.
Για το άλλο αποφασιστικό στήριγμα του αστικού κράτους, τον στρατό, στα «15 σημεία» δεν μαθαίνουμε τίποτα. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υιοθετεί κι εδώ σαν προγραμματική προτεραιότητα 2 ζητήματα που κάλλιστα θα μπορούσαν να τεθούν από τους δημοκράτες, φιλελεύθερους οι οποίοι δεν ορκίζονται πίστη στο στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού. Το πρώτο είναι η «Μείωση της στρατιωτικής θητείας σε 6 μήνες» και το δεύτερο είναι η «αναγνώριση του δικαιώματος άρνησης για λόγους συνείδησης, εναλλακτική κοινωνική θητεία ίσης διάρκειας με τη στρατιωτική.». Η μείωση της θητείας από μόνη της χωρίς να θίγεται το ζήτημα του περιεχομένου της είναι κάτι που συζητά σήμερα σοβαρά η αντιδραστική κυβέρνηση της Ν.Δ, σαν ένα βήμα εκσυγχρονισμού του αστικού στρατού και δεν διεκδικεί δάφνες ριζοσπαστισμού.
Η εναλλακτική θητεία για τους αρνητές στράτευσης είναι ένα αίτημα που δεν θίγει το βασικό προσανατολισμό και την ουσία του αστικού στρατού. Η ίδια η έννοια των «αρνητών στράτευσης για λόγους συνείδησης» είναι καταρχήν αυθαίρετη. Θα μπορούσε να σταθεί, αν ο αστικός στρατός ήταν εθελοντικός και δεν υπήρχαν γενικές κυρώσεις για όσους δεν θέλουν να εκτελέσουν στρατιωτική θητεία. Απέναντι σε έναν υποχρεωτικό στρατό, που λειτουργεί σαν μέσο καθυπόταξης και πειθάρχησης του λαού και χρησιμοποίησης των πιο σφριγηλών στοιχείων του σε αποστολές και λειτουργίες χρήσιμες για τη διατήρηση του αστικού καθεστώτος και τα ζωτικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης, όλοι οι νέοι του εργαζόμενου λαού είναι εν δυνάμει αρνητές του.
Η «εναλλακτική» θητεία για όσους απορρίπτουν τον αστικό στρατό και η μετατροπή τους σε άμισθους υπαλλήλους του αστικού κράτους ειδικά στις σύγχρονες συνθήκες όπου ο προσανατολισμός των αστών είναι ο μικρός και ευέλικτος επαγγελματικός στρατός, δεν βοηθά την υπόθεση της κατάργησης της ταξικής ουσίας και του καταπιεστικού ρόλου του αστικού στρατού. Οι λόγοι για αυτό είναι οι εξής : α) Γίνεται αποδεκτό το δικαίωμα της άρχουσας τάξης να αποκλείει από τα όπλα όλους όσους θέλουν να αμφισβητήσουν ενεργά την ταξική καταπιεστική φύση του αστικού στρατού. Έτσι ακυρώνει το μοναδικό αλλά ζωτικό πλεονέκτημα που προσφέρει η υποχρεωτική στράτευση στους εκμεταλλευόμενους, δηλαδή την επαφή και την εκπαίδευσή τους με τα όπλα. β) Δίνεται γρηγορότερα τη δυνατότητα στους αστούς να κινηθούν προς τη δημιουργία ενός καλά ελεγχόμενου και στεγανοποιημένου από την επίδραση του εργατικού – λαϊκού κινήματος στρατού.
Η θέση που προβάλει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για την εναλλακτική θητεία αντικειμενικά ενισχύει το μικροαστικό, αναρχο-φιλελεύθερο κίνημα άρνησης στράτευσης, που σε τελική ανάλυση υποτάσσει τα γενικά συμφέροντα του εργαζόμενου λαού στην υπεράσπιση του δικαιώματος κάθε αρνητή στράτευσης ατομικά. Αν αυτό το μικροαστικό κίνημα αναπτυχθεί δεν πρόκειται να επιφέρει καμία αλλαγή στον σημερινό στρατό και θα υπονομεύσει την προοπτική για έναν άλλο ριζικά διαφορετικό, πραγματικά λαϊκό στρατό στο μέλλον. Επίσης αυτή η θέση ούτε τα δικαιώματα όσων για λόγους συνείδησης αρνούνται να αγγίξουν όπλο μπορεί να προασπίσει, καθώς η άρχουσα τάξη θα τους αντιμετωπίζει πάντα σαν πολίτες κατώτερης κατηγορίας, στιγματίζοντάς τους σαν δειλούς και ανήθικους στα μάτια της κοινωνίας.
Η Αριστερά και τα εργατικά κόμματα πρέπει να επιχειρήσουν ενεργητικά να πείσουν αυτούς τους ανθρώπους, ότι σε μια περίοδο έντασης της ταξικής πάλης δεν πρέπει να ξεκόβουν από τις στρατευμένες μάζες του προλεταριάτου, αλλά να μένουν μαζί τους στο στρατό, παλεύοντας για ένα στρατό που θα προασπίζει τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού. Το κριτήριο για την τοποθέτηση απέναντι στο ζήτημα των αρνητών στράτευσης πρέπει να είναι τα γενικά συμφέροντα του εργαζόμενου λαού. Πρέπει να διατυπωθεί μια θέση που θα προωθεί την πάλη ενάντια στον αντιδραστικό αστικό στρατό χωρίς να ακυρώνεται η σημερινή δυνατότητα της επαφής των προλετάριων με τα όπλα και χωρίς να προωθείται η δημιουργία ενός χωριστού, άοπλου μαζικού ρεύματος μη στρατεύσιμων, που αντικειμενικά θα αποδυναμώνει την υπόθεση της πάλης του αστικού στρατού από τα μέσα. Έτσι η σωστότερη διεκδίκηση αίτημα είναι οι αρνητές στράτευσης να έχουν το δικαίωμα να μην κρατούν όπλο χωρίς κυρώσεις, κάνοντας βοηθητικές εργασίες, αλλά μέσα στον υπάρχοντα στρατό, μαζί με τους υπόλοιπους στρατευμένους και με θητεία ίση με τους υπόλοιπους.
Για μια εργατική δημοκρατία
Θεμέλιο της προγραμματικής αντίληψής της Αριστεράς για το κράτος πρέπει να είναι η μαρξιστική προσέγγιση, όπως εμπλουτίστηκε από τον Λένιν στο έργο του «Κράτος κι επανάσταση». Το κράτος είναι όργανο καταπίεσης της εργατικής τάξης και του λαού στα χέρια της άρχουσας τάξης. Η σημερινή μορφή πολιτεύματος, η σημερινή «δημοκρατία», είναι αστική δημοκρατία και αποτελεί τον καλύτερο δυνατό τρόπο διακυβέρνησης και κυριαρχίας για την αστική τάξη στους δοσμένους ταξικούς συσχετισμούς. Όποιος μιλάει για δημοκρατία γενικά, χωρίς ταξικό προσδιορισμό κοροϊδεύει τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Η σημερινή αστική δημοκρατία δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί χωρίς να αλλάξει η ταξική της ουσία. Ο εργαζόμενος λαός δεν μπορεί να κατακτήσει μια δημοκρατία που θα προωθεί και θα προασπίζει τα δικά του συμφέροντα, χωρίς να ανατρέψει την εξουσία της αστικής τάξης και χωρίς να αντικαταστήσει την σημερινή αστική δημοκρατία με την εργατική δημοκρατία.
Το καθεστώς της εργατικής δημοκρατίας για να μην υποστεί γραφειοκρατικό εκφυλισμό, όπως συνέβη με τα παραμορφωμένα εργατικά κράτη του 20ου αιώνα (ΕΣΣΔ, Κίνα, Αν Ευρώπη κ.α) θα πρέπει να θεμελιωθεί πάνω στους 4 όρους που έθετε ο Λένιν: 1) Εκλογή και ανακλητότητα στα όργανα διακυβέρνησης, που πρέπει να είναι τα συμβούλια του εργαζόμενου λαού 2) Ανακύκλωση των αξιωμάτων σε όλο τον εργαζόμενο λαό 3) Πληρωμή όλων των αξιωματούχων με μισθό ίσο με το μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη 4) Αντικατάσταση του αστικού στρατού και της αστυνομίας από έναν δημοκρατικά οργανωμένο λαϊκό στρατό και από μια λαϊκή πολιτοφυλακή που θα υπάγεται στον έλεγχο των οργανώσεων του εργαζόμενου λαού.
Η Αριστερά πρέπει αδιάκοπα να εξηγεί την ανωτερότητα της εργατικής δημοκρατίας συγκριτικά με την σημερινή ψευδεπίγραφη αστική.
Ο ταξικός αγώνας θα αναδείξει τα όργανα της εργατικής δημοκρατίας
Τα όργανα μιας εργατικής δημοκρατίας δεν μπορούν να προκύψουν τεχνητά, αλλά παρά μόνο μέσα από την ανάπτυξη του ταξικού αγώνα. Το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης θα μεγαλώνει τα βάσανα των μαζών. Συνέχεια νέα στρώματα καταπιεζομένων θα βγαίνουν στον αγώνα με τις διεκδικήσεις τους. Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει ότι μέσα από την ανάπτυξη του ταξικού αγώνα σε κάποιο στάδιο θα προκύψουν όργανα που θα ενώσουν τους αντιπροσώπους όλων των μαχόμενων ομάδων μέσα στα πλαίσια μιας πόλης ή μιας ευρύτερης επικράτειας. Τέτοια όργανα ήταν στην Ρώσικη επανάσταση τα σοβιέτ. Ως σήμερα η Ιστορία δεν έχει επινοήσει κάποια καλύτερη μορφή ταξικά ανεξάρτητης οργάνωσης από αυτά τα συμβούλια εργαζόμενων.
Αναπόφευκτα τα νέο-αναδυόμενα όργανα εξουσίας θα γίνονται οι ανταγωνιστές της αστικής εξουσίας, τοπικής και κεντρικής, ανοίγοντας μια περίοδο δυαδικής εξουσίας μέσα στη χώρα. Δυο καθεστώτα, το αστικό και το προλεταριακό, θα αντιπαρατίθενται ασυμβίβαστα. Από την έκβαση αυτής της σύγκρουσης θα εξαρτάται η τύχη ολόκληρης της κοινωνίας. Στην περίπτωση της προλεταριακή νίκης, η εξουσία αυτών των οργάνων θα θεμελιώσει την εργατική δημοκρατία και θα σηματοδοτήσει την έναρξη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης της κοινωνίας. Τα συμβούλια θα συσπειρώνουν όλα τα εκμεταλλευόμενα στρώματα που συμμετέχουν στην πάλη. Στο εσωτερικό τους, όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί του προλεταριάτου μπορούν να παλέψουν για την πολιτική ηγεμονία πάνω στη βάση της πιο πλατιάς δημοκρατίας.
Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι όργανα εξουσίας όπως τα σοβιέτ, μπορούν να γεννηθούν μόνο τον καιρό που το κίνημα μπαίνει σ’ ένα ανοιχτά επαναστατικό στάδιο. Παρότι η ανωτερότητά τους πρέπει να εξηγείται υπομονετικά από τους γνήσιους σοσιαλιστές, είναι λάθος ο σχηματισμός τους να τίθεται σαν άμεση διεκδίκηση σε περιόδους μη επαναστατικές.
Τα ένοπλα σώματα πάνω στα οποία θα στηρίζεται η εργατική δημοκρατία επίσης θα προκύψουν μέσα από την άνοδο της επαναστατικής πάλης του προλεταριάτου. Το πρόπλασμα της λαϊκής πολιτοφυλακής που θα αντικαταστήσει την αστυνομία θα είναι οι εργατικές ομάδες αυτοάμυνας, οι απεργιακές φρουρές και τα εργατικά αποσπάσματα που στο επίπεδο ενός εργοστασίου, ενός κλάδου αλλά και του εργατικού κινήματος σαν σύνολο θα δημιουργηθούν για να προστατέψουν το κίνημα από την βία της αστυνομίας και των παρακρατικών συμμοριών. Αυτά τα τμήματα θα αποτελέσουν τον πυρήνα μιας εργατικής -λαϊκής πολιτοφυλακής κι ενός λαϊκού – προλεταριακού στρατού.
Βασικές πολιτικές διεκδικήσεις για το ζήτημα της εξουσίας και του κράτους
Πάνω στη βάση της υπεράσπισης της εργατικής δημοκρατίας σαν γέφυρα για την κατάκτηση της πρέπει να προβάλλονται σήμερα οι εξής προγραμματικές διεκδικήσεις:
– Για την κυβέρνηση: Όλα τα κόμματα και οι οργανώσεις που βασίζονται πάνω στον εργαζόμενο λαό και μιλούν στο όνομά του, πρέπει να σπάσουν τους πολιτικούς τους δεσμούς με τους καπιταλιστές και να παλέψουν για μια εργατική κυβέρνηση.
– Για το Σύνταγμα και τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς : Ψήφιση ενός νέου Συντάγματος που θα κατοχυρώνει α) σαν οικονομικό καθεστώς την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και διανομής και σαν πολίτευμα την εργατική δημοκρατία, β) την υποχρέωση των αντιπροσώπων να δίνουν απολογισμό στους εκλογείς και το δικαίωμα ανάκλησης των εκπροσώπων του λαού από το εκλογικό τους σώμα ανά πάσα στιγμή, γ) την συγχώνευση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας σε ένα εκλεγμένο και ανακλητό ανώτερο συμβούλιο του εργαζόμενου λαού που θα ψηφίζει νόμους και θα δουλεύει για τη εφαρμογή τους δ) εκλογή αυτού του σώματος σε διετή το πολύ θητεία, στη βάση του καθολικού εκλογικού δικαιώματος και του πολυκομματισμού, με ένα εκλογικό σύστημα που θα προβλέπει αυξημένη εκπροσώπηση για περιφέρειες με εργατική κοινωνική σύνθεση και θα συμπεριλαμβάνει εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους των εργατών από όλους τους βασικούς βιομηχανικούς κλάδους, με δικαίωμα βέτο στις αποφάσεις του. ε) Πραγματική Τοπική Αυτοδιοίκηση μέσα από την πέρασμα της εξουσίας των δημοτικών αρχών στα ανά διετία εκλεγμένα με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα λαϊκά συμβούλια, που θα τα συναποτελούν εκπρόσωποι των συνοικιών και των εργαζόμενων από τις κατά τόπους παραγωγικές και οικονομικές μονάδες.
– Για το στρατό : Πλήρη συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα για όλους τους στρατευμένους και τους κατώτερους αξιωματικούς. Οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές στρατιωτών και κατώτερων αξιωματικών πρέπει αποφασίζουν όλα τα ζητήματα που αφορούν τη μονάδα. Εκλογή και δικαίωμα ανάκλησης όλων των αξιωματικών από τους στρατιώτες. Μέτρα βελτίωσης της ζωής στις μονάδες (υγιεινή, διατροφή, επαρκείς άδειες) και αύξηση του μισθού του φαντάρου στο ύψος του βασικού μισθού ενός εργάτη. Επαρκής εκπαίδευση στα όπλα καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας. Όχι στον επαγγελματικό στρατό. Θητεία με εκπαίδευση στα όπλα όλου του εργαζόμενου λαού σαν εγγύηση για την προάσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεών του. Αμοιβή των αξιωματικών με το μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη. Πλαισίωση του στρατού από στρατιωτικά αποσπάσματα των εργατικών οργανώσεων που θα εκπαιδευτούν στα στρατόπεδα με έξοδα του κράτους.
– Για τα σώματα ασφαλείας: Κατάργηση όλων των σημερινών ειδικών δυνάμεων καταστολής και αστυνόμευσης των λαϊκών αγώνων. Απαγόρευση παρουσίας των σωμάτων ασφαλείας στους χώρους στους οποίους διεξάγεται πολιτική και συνδικαλιστική δραστηριότητα και επέκταση ασύλου σε όλους τους εκπαιδευτικούς και εργασιακούς χώρους. Κατάργηση του αυτοδιοίκητου των σωμάτων ασφαλείας. Υπαγωγή τους στον έλεγχο των μαζικών οργανώσεων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΕΦΕΕ, ΕΣΕΕ, Εκπροσώπους αγροτικών συλλόγων και εργαζόμενων επιστημόνων, κ.α) και μετατροπή τους σε πολιτοφυλακές με εκ περιτροπή συμμετοχή σε αυτές μελών των μαζικών εργατικών οργανώσεων και της νεολαίας. Καθορισμός του προγράμματος εκπαίδευσής τους από εκλεγμένης επιτροπή εκπροσώπων από τις μαζικές οργανώσεις.
– Για τη δικαστική εξουσία : Κατάργηση των προνομίων και των αμοιβών των δικαστών, αμοιβές στο ύψος ενός ειδικευμένου εργάτη. Εκλογή των δικαστών απευθείας από τα όργανα του εργαζόμενου λαού. Εφαρμογή ενός προγράμματος μαζικής λαϊκής επιμόρφωσης πάνω σε ένα αναμορφωμένο και εκσυγχρονισμένο Δίκαιο σύμφωνα με τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού.
– Για τη λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών και οργανισμών : σε όλες τις κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς διοίκηση από εκλεγμένα και ανακλητά όργανα που θα αποτελούνται από εκπροσώπους των μαζικών συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, της εκλεγμένης κυβέρνησης και των ίδιων των υπαλλήλων αυτών των υπηρεσιών και οργανισμών. Ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων να μην υπερβαίνει το μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη.