Ταυτότητα

Θεμελιώδεις Ιδέες

Συχνές Ερωτήσεις

Επικοινωνία

ΑρχικήΘεωρία - ΙστορίαΗ ιστορία των Διεθνών

Αγωνίσου μαζί μας!

Η Επαναστατική Κομμουνιστική Οργάνωση, το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης (IMT), χρειάζεται τη δική σου ενεργή στήριξη στον αγώνα της υπεράσπισης και διάδοσης των επαναστατικών σοσιαλιστικών ιδεών.

Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα μας!

Η ιστορία των Διεθνών

Το κείμενο που δημοσιεύουμε σήμερα αποτελεί το α’ μέρος της εισήγησης του Ρότζερ Σίλβερμαν το καλοκαίρι του 1974 στο 1ο Συνέδριο της Επιτροπής για μια Εργατική Διεθνή (CWI), διεθνούς οργάνωσης που δημιουργήθηκε γύρω από την Βρετανική Μαρξιστική Τάση του «Millitant», της οποίας ιστορικός ηγέτης υπήρξε ο σημαντικός κομμουνιστής πολιτικός και θεωρητικός Τεντ Γκραντ (1913-2006). Περιγράφει με έναν εξαιρετικά μεστό και ουσιαστικό τρόπο τη διαδρομή που ακολούθησε το επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα από τα χρόνια του Μαρξ μέχρι τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Ευχαριστούμε πολύ τον σύντροφο Θόδωρο Μαράκη για την μεταφορά αυτού του παλιού κειμένου σε ηλεκτρονική μορφή.

Σύντροφε πρόεδρε, σύντροφοι,

ο σύντροφος Τεντ Γκραντ περιέγραψε σήμερα το πρωί με ζωηρά χρώματα τις καταιγίδες μέσα στις οποίες κινείται ο κόσμος. Αυτές οι καταιγίδες αντιμετωπίζονται από μια εργατική τάξη ισχυρή όσο αφορά τους αριθμούς, τη συνοχή και τη μαχητικότητα, αλλά πολιτικά απογυμνωμένη. Μόνο τώρα, αρχίζει να διαλύεται από τον άνεμο της πραγματικότητας, η ομίχλη των ρεφορμιστικών αυταπατών που θόλωσε το εργατικό κίνημα στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες κατά τη διάρκεια τριών σχεδόν δεκαετιών οικονομικής ανόδου.

Ακόμα και ανάμεσα στα πιο συνειδητά στρώματα της εργατικής τάξης, το κύρος του Μαρξισμού έπεσε, κατεστραμμένο από τον εκφυλισμένο Σταλινισμό από τη μια και από το νέο αδιάντροπο ρεβιζιονισμό όλων των διαφόρων ψευτο – μαρξιστικών σεχτών από την άλλη. Τώρα, εκατό φορές περισσότερο από ότι το 1938, το μέλλον του πολιτισμού και της ίδιας της ανθρώπινης ζωής είναι εξαρτημένο από ένα και μόνο παράγοντα: Την κρίση ηγεσίας της εργατικής τάξης. Η τύχη του πολιτισμού εξαρτάται από την ικανότητα μας να δημιουργήσουμε μια καθαρά επαναστατική ηγεσία επικεφαλής μαζικών επαναστατικών κομμάτων.

Σ’ αυτή την αίθουσα έχουμε μια μικρή χούφτα στελεχών. Πολλοί από τους συντρόφους συμμετέχουν μόνο σαν συμπαθούντες οπαδοί των ιδεών της τάσης μας. Αλλά και οι αντιπρόσωποι από τις ήδη ιδρυμένες και συνδεδεμένες οργανώσεις αντιπροσωπεύουν μόνο μικρές, αριθμητικά ασήμαντες οργανώσεις. Ακόμη και στη Βρετανία, όπου έχουμε μια μακριά παράδοση και αρχίζουμε να έχουμε μια σημαντική επιρροή στο εργατικό κίνημα, είμαστε ακόμα ένας μικρός πυρήνας. Όλοι μας, και πολύ σωστά, θα αισθανόμαστε τρομαγμένοι απ’ την τεράστια ευθύνη που φέρουμε, για το γιγαντιαίο καθήκον που έχουμε να εκπληρώσουμε – τη μεγαλύτερη ευθύνη στην ανθρώπινη ιστορία.

Πάνε 50 χρόνια τώρα από τότε που οι εργάτες του κόσμου είχαν μια επαναστατική Διεθνή. Πάνε 40 χρόνια από τότε που ο Τρότσκι αναγκάστηκε να υπογράψει το πιστοποιητικό θανάτου αυτής της οργάνωσης και να διακηρύξει την ανάγκη για το χτίσιμο μιας νέας Διεθνούς. Πάνε 30 χρόνια από την τυπική διάλυση της Κομιντέρν και περισσότερο από 35 χρόνια αφ’ ότου έγινε το πρώτα και θα λέγαμε το τελευταίο, Συνέδριο της 4ης Διεθνούς. Σε τέτοιους καιρούς εκείνο που χρειάζεται πάνω απ’ όλα είναι μια ιστορική προοπτική.

Αλλά η ιστορία έχει δει πολλές φορές την άνοδο και την πτώση, την γέννηση και το θάνατο διεθνών οργανώσεων της εργατικής τάξης που συνδυάζονται με την άμπωτη και την παλίρροια της ταξικής πάλης. Τις παραμονές κάθε μεγάλης κοινωνικής έκρηξης, καθώς οι εργάτες έσφιγγαν τις γροθιές τους για μια καινούργια επίθεση ενάντια στην εξουσία των αφεντικών τους, χτιζόντουσαν μεγάλες οργανώσεις. Καθώς η παλίρροια υποχωρούσε, οι οργανώσεις των εργατών χτυπιόντουσαν πάνω στα βράχια της αντεπανάστασης και συντριβόντουσαν.

Μπορούν να βγουν καθοριστικοί νόμοι από τη μελέτη της ιστορίας του διεθνούς εργατικού κινήματος μέσα σε όλη τη δραματική διαδικασία διαδοχής εφόδων, οπισθοχωρήσεων και καινούργιων ξεσηκωμάτων.

Είναι τα γεγονότα και η πορεία της ίδιας της πάλης που καθορίζουν την ύπαρξη μιας επαναστατικής Διεθνούς. Αλλά ακόμη και οι πιο τρομερές ήττες και τα πιο αποπροσανατολιστικά διαλλείματα μέσα στην πάλη, δεν έχουν καταφέρει να σβήσουν τελείως τις παραδόσεις του επιστημονικού σοσιαλισμού. Ένας μικρός αριθμός συνειδητών στελεχών, έστω και μια μικρή χούφτα – απομονωμένη σε μια μόνο χώρα – επιζούσε πάντα. Έτσι μπορούσαν γύρω της να δημιουργηθούν υγιείς τάσεις και κατόπιν μαζικά κόμματα μέσα στις περιόδους που το ρεύμα γύριζε και η παλιά κοινωνία έπεφτε έρμαιο της κρίσης. Η πρωτοπορία κάθε φορά ήταν υποχρεωμένη να χτίζει νέες οργανώσεις. Είναι ένας απαράβατος νόμος, το ότι οι δυνάμεις για κάθε νέα οργάνωση της εργατικής τάξης, προέρχονται από τις παραδοσιακές μαζικές οργανώσεις που χτίστηκαν με κόπους από τους εργάτες στις προηγούμενες δεκαετίες και που έπεσαν σε κρίση εξ αιτίας της ταξικής σύγκρουσης και της απροθυμίας και της ανικανότητας της γραφειοκρατίας τους ν’ αλλάξει την κοινωνία.

Οι ιδέες του Σοσιαλισμού και φυσικά του Διεθνισμού δεν φυτεύτηκαν τεχνητά στους εργάτες από τους Μαρξιστές. Ξεπήδησαν από τους πόθους της εργατικής τάξης, μιας τάξης χωρίς ιδιοκτησία και εξαρτημένη, που η επιβίωσή της εξαρτάται από την αλληλεγγύη στον αγώνα. Η μεγαλοφυΐα του Μαρξ και του Ένγκελς συνίσταται στο γεγονός ότι βγάλανε επιστημονικά ιστορικά συμπεράσματα από τους ενστικτώδεις και ακαθόριστους σοσιαλιστικούς πόθους της εργατικής τάξης από την στιγμή της γέννησης της.

Ο πρώτος, πρωτόγονος, διεθνής σύνδεσμος των εργατών «Η Ομοσπονδία των Δικαίων» εμπνεύστηκε από τα πρώτα ξεσηκώματα, όχι της βιομηχανικής εργατικής τάξης, αλλά καθώς το εξήγησε ο Ένγκελς των χειροτεχνών που επρόκειτο να ξεπέσουν στο προλεταριάτο, αρθρώνοντας εκ των προτέρων τις κοινωνικές ανάγκες της μέλλουσας τάξης.

Ήταν οι αγωνιστές πρόσφυγες της άγριας αντίδρασης στη Γερμανία, το αριστερό τμήμα των Άγγλων Χαρτιστών και ακόμα οι αριστεροί Ιακωβίνοι από τη γαλλική επανάσταση που σχημάτισαν αυτή την οργάνωση και που, αυτή καθ’ εαυτή, ήταν ένα ιστορικό ορόσημο που ενέπνευσε τον Μαρξ και τον Ένγκελς στις προσπάθειες τους να αντιταχθούν στον ιδεαλισμό του Χέγκελ.

Σαν αποτέλεσμα της ακούραστης και υπομονετικής ανάλυσης του Μαρξ και του Ένγκελς, και καθώς η Ευρώπη παράπαιε μπρός στο χείλος της πυρκαγιάς του 1848, αυτή η οργάνωση στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και μετατράπηκε στην «Κομμουνιστική Λίγκα» διακηρύσσοντας σαν σκοπό της την «ανατροπή της μπουρζουαζίας, την εξουσία του προλεταριάτου, την κατάργηση της παλιάς αστικής κοινωνίας που ήταν βασισμένη στον ανταγωνισμό των τάξεων και την ίδρυση μιας νέας κοινωνίας χωρίς τάξεις και χωρίς ατομική ιδιοκτησία». Άλλαξε το έμβλημα της από το «Όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια», στο «Εργάτες όλου του κόσμου Ενωθείτε» και υιοθέτησε ένα πλήρες δημοκρατικό συγκεντρωτικό καταστατικό που περιλάμβανε την εκλογή και το δικαίωμα ανάκλησης όλων των οργάνων, την υπακοή σ’ όλες τις αποφάσεις της Λίγκας μετά από δημοκρατική συζήτηση, την υποταγή των κατωτέρων στα ανώτερα σώματα μέσα στη Λίγκα και την απαίτηση για «επαναστατική δραστηριότητα και ζήλο» από κάθε μέλος.

Εάν χρειαζόταν οποιαδήποτε απόδειξη ότι ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι η αυθαίρετη εφεύρεση ενός Μαρξ ή ενός Λένιν, αλλά η υψηλότερη έκφραση της ηθικής της εργατικής τάξης, που πηγάζει φυσικά από τις ανεξίτηλες παραδόσεις της συλλογικής θέλησης, της ενότητας, και συνεπώς της δημοκρατίας της, τότε χρειάζεται να θυμηθούμε μόνο ότι η Κομμουνιστική Λίγκα προειδοποίησε τον ίδιο τον Μαρξ και τον Ένγκελς για πειθαρχικές κυρώσεις εάν καθυστερούσαν το γράψιμο του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» το οποίο είχαν εξουσιοδοτηθεί να γράψουν τον Δεκέμβρη του 1847 και το οποίο, για να είμαστε δίκαιοι μαζί τους, τυπώθηκε έγκαιρα για την επανάσταση, το Φλεβάρη του 1848.

Η Κομμουνιστική Λίγκα έγινε στη πραγματικότητα μια προ – Διεθνής. Με την εισροή προσφύγων στο Λονδίνο, που έτρεχαν να γλυτώσουν από την αντεπανάσταση στη Γερμανία, Γαλλία ,Ολλανδία, Ιταλία, Ουγγαρία κλπ., η Λίγκα έγινε μια πραγματικά διεθνής οργάνωση.

Η Κομμουνιστική Λίγκα ήταν μια αυθόρμητη δημιουργία των προχωρημένων στρωμάτων της παγκόσμιας εργατικής τάξης, χτισμένη από τα μεγάλα γεγονότα του 1848 γύρω από τα θεωρητικά στελέχη του κινήματος, τον Μαρξ και τον Ένγκελς. Παρ’ όλα αυτά, από το 1852 κιόλας, μετά από την δίκη των κομμουνιστών στην Κολωνία και το θρίαμβο της αντίδρασης σ’ όλη την Ευρώπη, αυτή η αξιόλογη οργάνωση κατέρρευσε , καταστραμμένη από την αντεπανάσταση.

Περάσανε 12 χρόνια προτού ξαναϋπάρξει μια νέα διεθνής οργάνωση της εργατικής τάξης. Μόνο οι λίγοι οπαδοί των ιδεών του Μαρξ συνέχισαν την επιστημονική παράδοση, σαν εγκέφαλος και μνήμη της τάξης, αφομοιώνοντας τα μαθήματα της ήττας, και προπαρασκευάζοντας θεωρητικά το δρόμο για τις μελλοντικές μάχες. Και όταν δημιουργήθηκε στα 1864 ο πανίσχυρος Σύνδεσμος των Εργαζομένων Ανθρώπων, δηλαδή η πρώτη Διεθνής, βρισκόταν σ’ ένα επίπεδο ασύγκριτα πιο ψηλό και εξάσκησε μια επιρροή ασύγκριτα πιο μεγάλη απ’ την προκάτοχο της.

Η Πρώτη Διεθνής, πάλι, ξεπήδησε από την ενστικτώδη τάση της ωριμάζουσας εργατικής τάξης ν’ αναγνωρίσει τη κοινή της ταυτότητα σε παγκόσμια κλίμακα. Ξεπήδησε από το στοιχειώδες κίνημα αλληλεγγύης, πρώτα απ’ όλα μεταξύ Βρετανών εργατών, με τον αγώνα ενάντια στη σκλαβιά στον Αμερικάνικο Εμφύλιο πόλεμο, από το Πολωνέζικο ξεσήκωμα ενάντια στη Ρώσικη Τσαρική καταπίεση, από τα επαναστατικά κινήματα της Ιταλίας και της Αυστρο – Ουγγαρίας, από τους Γάλλους εργάτες που λιώναμε κάτω από τη Βοναπαρτιστική μπότα κλπ.

Η πρώτη Διεθνής έγινε η μόνη παγκόσμια κίνηση της οργανωμένης εργατιάς, που αγκάλιαζε τα Βρετανικά συνδικάτα, τους Γάλλους Προυντονιστές και Μπλακινστές, τους Γερμανούς Λασσαλικούς και αναρχικούς από την Ισπανία, την Ιταλία και Ελβετία. Αργότερα, ο σεχταριστικός «Διεθνής Σοσιαλ – δημοκρατικός Σύνδεσμος» του Μπακούνιν, αναγκάστηκε να συγχωνευτεί με το μαζικό κίνημα.

Δεν μπορούσε κανείς να ζητήσει πιο πειστικές αποδείξεις για την υπομονή, την ταπεινότητα και την ευγένεια του Μαρξ, που τόσο χονδροειδώς δυσφημίζεται στα ακαδημαϊκά κιτάπια σαν ένας «τρελός φανατικός» που ονειρεύτηκε τις θεωρίες του στο Βρετανικό Μουσείο. Στ μεγάλο εργαστήρι της Πρώτης Διεθνούς, Ο Μαρξ και ο Ένγκελς εφάρμοσαν τα απλά διδάγματα του Κομμουνιστικού Μανιφέστου… Οι Κομμουνιστές δεν σχηματίζουν ένα χωριστό Κόμμα που αντιτίθεται στα άλλα κόμματα της εργατικής τάξης…. δεν δημιουργούν δικές τους σεχταριστικές αρχές για να διαπλάσουν και να διαμορφώσουν το προλεταριακό κίνημα…. Οι Κομμουνιστές, από τη μια μεριά, πρακτικά, είναι το πιο προχωρημένο και αποφασιστικό τμήμα των κομμάτων της εργατικής τάξης, σε κάθε χώρα…. Από την άλλη, θεωρητικά, σε σχέση με την μεγάλη μάζα του προλεταριάτου έχουν το πλεονέκτημα να κατανοούν σωστά την πορεία των γεγονότων, τις συνθήκες και τα τελικά, γενικά αποτελέσματα του προλεταριακού κινήματος».

Εκείνο τον καιρό δεν υπήρχε ακόμη καμιά αποκρυσταλλωμένη εργατική γραφειοκρατία, οχυρωμένη στη κεφαλή του εργατικού κινήματος, καμιά κάστα με συμφέρον στη διατήρηση του κατεστημένου και προετοιμασμένη συνειδητά να προδώσει τους εργάτες. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που δεν υπήρχε η προοπτική για τη δημιουργία νέων επαναστατικών κομμάτων. Ανεξάρτητα από το πόσο χοντρά ήταν τα λάθη των εργατικών ηγετών, ανεξάρτητα ακόμα και από το πόσο εγκληματικά και ασυγχώρητα ήταν τα λάθη τους – ο οπορτουνισμός του Λασσάλ, ο πραξηκοπιματισμός του Μπλανκί, ο ρομαντισμός του Μπακούνιν κλπ – παρ’ όλα αυτά παρέμειναν λάθη που δεν μπορούν να συγκριθούν με τις τερατώδεις προδοσίες των ηγετών της Δεύτερης και της Τρίτης Διεθνούς αργότερα.

Στο αποκορύφωμά της, η Πρώτη Διεθνής Αριθμούσε, 100 000 οπαδούς. Οι απεργοί εργάτες συνδέθηκαν μαζικά μαζί της όταν το Γενικό Συμβούλιο της Διεθνούς τους υποστήριξε και άρχισε τη συλλογή χρημάτων γι αυτούς. Η άρχουσα τάξη πανικοβλήθηκε καθώς η ανάπτυξη της Διεθνούς επιταχυνόταν μέρα με τη μέρα.

Ο Μαρξ σφυρηλάτησε το Γενικό Συμβούλιο, σαν μια επιβλητική πολιτική ηγεσία, πρωτοπόρα του παγκόσμιου κινήματος, που έδινε κατεύθυνση και οδηγίες στα στελέχη. Όπως ήταν επόμενο, τότε όπως και τώρα, αυτό προκάλεσε τις κατηγορίες των μπακουνικών για αλαζονεία, δικτατορική ιεραρχία, ορθοδοξία, ολοκληρωτισμό κλπ, που αργότερα επαναλήφτηκαν μεμψίμοιρα, από τις επόμενες γενιές των μικροαστών επαναστατών.

Στο μεγάλο εργαστήρι του πρώτου παγκόσμιου κινήματος της εργατικής τάξης, ο Μαρξ και ο Ένγκελς συγκεντρώνοντας θεωρητικά ολόκληρη την πείρα της εργατικής τάξης αντέταξαν τις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού ενάντια σ’ όλους εκείνους τους κίβδηλους, ιδιόρρυθμους και εκκεντρικούς, που υπήρχαν μέσα στο κίνημα μαζί μ’ όλα τα τσαρλατανίστικα γιατροσόφια τους. Ο Μαρξ αποκάλεσε τα οκτώ χρόνια της επίπονης και ακούραστης δουλειάς στον ΔΣΕΑ, (τα πιο δημιουργικά οκτώ χρόνια της ζωής του, πολύ περισσότερο, μιας και μέσα σ’ αυτά γεννήθηκε το μνημειώδες έργο «ΚΕΦΑΛΑΙΟ») ένα «συνεχή αγώνα ενάντια στις σέχτες και τα πειράματα των ερασιτεχνών που επιζητούσαν να επιβληθούν … ενάντια στο πραγματικό κίνημα της εργατικής τάξης». Και αυτός ο αγώνας ήταν το κύριο κατόρθωμα της Πρώτης Διεθνούς.

Αλλά ακόμα και αυτό το μεγάλο κίνημα καταστράφηκε από την αντεπανάσταση. Η δοξασμένη Παρισινή Κομμούνα, η πείρα της οποίας τόσο πολύ πλούτισε τη συνείδηση των στελεχών που βρίσκονταν γύρω από τον Μαρξ, έπεσε θύμα μιας αιματοβαμμένης ήττας και σαν άμεσο αποτέλεσμα ο Δ.Σ.Ε.Α διαλύθηκε. Με την εξασθένιση και την αποθάρρυνση του προλεταριακού πυρήνα αυτής της οργάνωσης, ήταν επόμενο να πέσει λεία στην αναρχική σύγχυση, που προερχόταν από τα πιο αδύνατα, τα πιο καθυστερημένα και τα πιο μικροαστικά εθνικά τμήματα.

Ήταν πια καιρός να παραδεχτούν την πραγματικότητα της παγκόσμιας αντίδρασης και να διαλύσουν την Διεθνή, διατηρώντας τη σημαία της καθαρή. Το αρχηγείο μεταφέρθηκε στις ΕΠΑ το 1872 και ο Δ.Σ.Ε.Α διαλύθηκε επίσημα το 1876.

Για μια ακόμα φορά οι εργάτες αφέθηκαν, αυτή τη φορά για 17 ολόκληρα χρόνια, χωρίς μια διεθνή οργάνωση που ν’ αντανακλά τις ανάγκες τους σαν μια παγκόσμια τάξη.

Αλλά ο Μαρξισμός είχε επιβληθεί σαν η επιστημονική ιδεολογία της εργατικής τάξης. Ποιος σήμερα έχει ακούσει για τους «κοινωνικούς τσαρλατάνους» με τις «παγκόσμιες πανάκειες» τους; Τους Προυντόν και τους Ντύριγκ, τους Λασσάλ, τους Μπακούνιν και τους Μπλανκί; Και ποιος εργάτης ή ακόμα και φτωχός αγρότης δεν έχει τουλάχιστον αμυδρά ακούσει το όνομα του Καρλ Μαρξ; Με την κατάρρευση του Δ.Σ.Ε.Α ο Ένγκελς πρόβλεψε: «Πιστεύω ότι η νέα Διεθνής … θα είναι κατ’ ευθεία Κομμουνιστική και θα διακηρύξει ακριβώς τις αρχές μας».

Με την πυρετώδη οργανική ανάπτυξη του καπιταλισμού και του προλεταριάτου, κατά τη διάρκεια των ετών 1870- 1880, χτίστηκαν μεγάλα μαζικά κόμματα, τα περισσότερα απ’ τα οποία διακηρύττανε ότι ήταν Μαρξιστικά. Στη δεκαετία του1870 Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ιδρύθηκαν στη Γερμανία, την Αυστρία, την Δανία, την Γαλλία, την Ολλανδία, την Ουγγαρία, την Ισπανία, την Ελβετία, και τις ΕΠΑ και στη δεκαετία του 1980 στο Βέλγιο, Τη Βρετανία, τη Νορβηγία, τη Ρωσία και τη Σουηδία.

Το Ιδρυτικό Συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς, που έγινε το 1889, τυπικά τουλάχιστον βασίστηκε στις αρχές του Μαρξισμού όπως είχε προβλέψει ο Ένγκελς. Μαζεύτηκαν 467 αντιπρόσωποι από 20 χώρες για να ακούσουν τον Πρόεδρο ν’ αναγγέλλει «ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα στην ιστορία των ανθρώπων». Όταν το Συνέδριο αυτό ανακήρυξε την 1η του Μάη 1890 ημέρα παγκόσμιας Γενικής Απεργίας, η άρχουσα τάξη πανικοβλήθηκε σ’ ολόκληρη την Ευρώπη και αντιμετώπισε την απεργία με θηριωδία. Ο Έγκελς έγραψε με περηφάνια για την μνημειώδη μέρα: «Μακάρι να ζούσε ο Μαρξ για να έβλεπε αυτό εδώ με τα ίδια του τα μάτια».

Ωστόσο το καρκίνωμα ήταν ήδη ώριμο από τότε. Ήταν κακό σημάδι το ότι στο Ιδρυτικό Συνέδριο, το Γερμανικό Τμήμα ανήγγειλε ότι θα συμμετείχε στη διαδήλωση της Πρωτομαγιάς μόνο το απόγευμα, μετά τις εργάσιμες ώρες και το ότι το Βρετανικό Τμήμα θα έκανε μια πορεία την Πρώτη Κυριακή του Μάη αντί να κατέβει σε απεργία.

Πολύ πιο σοβαρή ήταν η ανέντιμη μεταχείριση της περίφημης εισαγωγής του Ένγκελς στο βιβλίο του Μαρξ «Ταξικοί Αγώνες στη Γαλλία», όπου έκανε μια εξαιρετική ανάλυση των στρατιωτικών και πολιτικών αλλαγών στα καθήκοντα που αντιμετώπιζε το προλεταριάτο από τις μέρες των μαχών στα οδοφράγματα, το 1848. Ένα σημαντικό κομμάτι αυτής της εισαγωγής είχε παραλειφθεί, αλλάζοντας έτσι ολόκληρη τη σημασία του άρθρου για να δικαιολογήσει την οπορτουνιστική πολιτική του Μπερνστάιν. Από το κρεβάτι του θανάτου, ο Ένγκελς διαμαρτυρήθηκε ότι: «μ’ εμφανίζουν με κάθε θυσία, σαν ένα πασιφιστή, πιστό στη νομιμότητα» και απαίτησε μια διόρθωση «για να εξαφανίσει αυτή την ελεεινή εντύπωση». Αλλά δεν ήταν παρά το 1924 που το κομμάτι αυτό ανακαλύφθηκε ξανά, και είναι προς τιμή επαναστατών σαν τον Λένιν και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, που δεν αποπροσανατολίστηκαν από την χρησιμοποίηση μιας γιγαντιαίας φυσιογνωμίας σαν αυτής του Ένγκελς ενάντια τους. Αυτή η τερατώδης πλαστογραφία, αν και από τότε ξεπεράστηκε χίλιες φορές από τους Σταλινικούς, σε σύγκριση με τους οποίους ο Μπερνστάιν φαίνεται σαν ένας αδέξιος ερασιτέχνης, δεν ήταν η πρώτη στο είδος της. Η «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» του Μαρξ είχε κρυφτεί για 16 χρόνια από το 1875 έως το 1891.

«Η Δεύτερη διεθνής» έγραψε ο Λένιν «ήταν μια Διεθνής οργάνωση του προλεταριακού κινήματος της οποίας η ανάπτυξη έγινε σε πλάτος με θυσία μια προσωρινή πτώση του επαναστατικού επιπέδου, μια προσωρινή αύξηση της δύναμης του οπορτουνισμού, που στο τέλος οδήγησε στην άτιμη κατάρρευση αυτής της Διεθνούς».

Σ’ όλη τη διάρκεια μιας παρατεταμένης περιόδου οικονομικής άνθησης, αναπτύχθηκαν γύρω από την εργατική γραφειοκρατία ισχυρές ρεφορμιστικές τάσεις, που αποκρυσταλλώθηκαν στη νέα ιμπεριαλιστική εποχή. Ήταν μια περίοδος που έμοιαζε στις διαβρωτικές της επιδράσεις πάνω στο πολιτικό επίπεδο του Εργατικού Κινήματος, με την περίοδο από την οποία μόλις σήμερα βγαίνουμε. Οι ρεφορμιστικές ιδέες του Μπερνστάιν, των Βρετανών Φαβιανών, του Μιλεράν στη Γαλλία – του πρώτου σοσιαλιστή που μπήκε σ’ αστική κυβέρνηση – αποκορυφώθηκαν στη μεγάλη προδοσία του 1914.

Πριν από τον πόλεμο, η Διεθνής προειδοποιούσε με απειλές, την άρχουσα τάξη: «Ας θυμηθούν, βροντοφώναζαν, ότι τον Γάλλο – Γερμανικό πόλεμο ακολούθησε η επαναστατική εξέγερση της Κομμούνας και ότι ο Ρώσο – Ιαπωνικός πόλεμος έβαλε σε κίνηση τις επαναστατικές δυνάμεις των λαών της Ρώσικης Αυτοκρατορίας». Λίγοι ίσως από τους αντιπροσώπους, που με τόσο ενθουσιασμό υποστήριξαν την απόφαση, κατάλαβαν πόσο ακριβής ήταν.

Παρά τις ηχηρές αποφάσεις, και με το μελάνι σχεδόν νωπό πάνω στη διακήρυξη τους που έλεγε ότι: «Οι προλετάριοι το θεωρούν έγκλημα να πυροβολούν ο ένας τον άλλον για το συμφέρον των καπιταλιστικών κερδών, τις φιλοδοξίες των δυναστειών ή την μεγαλύτερη δόξα των μυστικών διπλωματικών συνθηκών», όταν ήλθε η ώρα τα λόγια να γίνουν πράξεις, το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα μπήκε στην πολεμική κυβέρνηση, οι Βέλγοι και οι Γάλλοι σοσιαλιστές προσχώρησαν στις κυβερνήσεις συνασπισμού, Αυστραλιανή Εργατική Κυβέρνηση υποστήριξε τον πόλεμο και οι Γερμανοί, Αυστριακοί και Νοτιοαφρικανοί σοσιαλιστές υποστήριξαν τις κυβερνήσεις τους. Η Διεθνής διαλύθηκε. Μόνο το ΑΕΚ (Ανεξάρτητο Εργατικό Κόμμα), μερικοί Ρώσοι Μενσεβίκοι και Σοσιαλεπαναστάτες και ο Κάουτσκι αντιτάχθηκαν με μισή καρδιά στον πόλεμο και έμεινε στους Μπολσεβίκους, τους Σπαρτακιστές και σε μια χούφτα συμμάχους τους της Ανατολικής Ευρώπης, να κρατήσουν την επαναστατική αντίθεση στον πόλεμο.

Οι εργάτες για μια ακόμη φορά έμειναν χωρίς μια Διεθνή στην κρίσιμη ώρα. Έμειναν χωρίς ηγεσία μέσα στο αίμα και στον τρόμο του Παγκόσμιου πολέμου και στις παραμονές μιας παγκόσμιας επανάστασης ασύγκριτα μεγαλύτερης εκείνης του 1848. Για μια ακόμη φορά στα μαύρα χρόνια του παγκόσμιου πολέμου, η Διεθνής υπήρχε μόνο στη μέθοδο και την προοπτική μιας χούφτας στελεχών.

Στο συνέδριο του Τσίμερβαλντ που έγινε το 1915 από τους σοσιαλιστές που ήταν αντίθετοι προς τον πόλεμο, Η Αριστερά του Τσίμερβαλντ ( η επαναστατική πτέρυγα) είχε όλους κι όλους 8 αντιπροσώπους. Στο συνέδριο του Κίενταλ τον επόμενο χρόνο αύξησε τη δύναμη της κατά το ήμισυ, σε 12. Και ένα χρόνο μετά οι εργάτες ήταν στην εξουσία στη Ρωσία και μια νέα Διεθνής χτιζόταν.

Γιατί ήταν απαραίτητα να κηρυχτεί πόλεμος ενάντια στα κόμματα της παλιάς Διεθνούς και να χτιστεί μια Τρίτη Διεθνής; Μήπως δεν γινόταν λυσσασμένες συζητήσεις μέσα στη Δεύτερη Διεθνή για χρόνια, χωρίς κανένας να εκφράζει την ανάγκη της διάσπασης; Η απάντηση είναι ότι η κρίση του καπιταλισμού μετέτρεψε την ποιότητα της συζήτησης. Ενώ στα περασμένα χρόνια υπήρχε θεωρητική πόλωση, τώρα η πάλη διεξαγόταν όχι με πολεμική των πολιτικών θέσεων, αλλά με βίαιες πράξεις. Η διαμάχη μαινόταν αλλά σε μια εντελώς διαφορετική γλώσσα: Ο Σάιντεμαν και ο Νόσκε δολοφόνησαν τη Λούξεμπουργκ και τον Λήμπκνεχτ στη Γερμανία, Ο Χέντερσον εκτέλεσε τον Κόννολυ στην Ιρλανδία, οι Μενσεβίκοι συμμετείχαν σε αντεπαναστατικές συμμαχίες με τους Λευκοφρουρούς στη Ρωσία και οι αριστεροί Σοσιαλεπαναστάτες πυροβόλησαν το Λένιν. Η παλιά Διεθνής ήταν νεκρή.

Το Πρώτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς είχε περίπου το ίδιο μέγεθος με την σημερινή μας συγκέντρωση – αν και τότε, από την άλλη μεριά, οι εργάτες ήταν ήδη στην εξουσία σε τρείς χώρες. Αλλά η πιο σημαντική ερώτηση για μας είναι: Ποιοι σχημάτισαν την Κομμουνιστική Διεθνή; Ήταν μήπως συνονθύλευμα από ιδιόρρυθμους σεχταριστές; Μήπως αναπτύχθηκε μέσα από ομάδες ρομαντικών φοιτητών; Απεναντίας ήταν όμοια στην μορφή και στις παραδόσεις με την Πρώτη Διεθνή, η οποία ήταν μια συμμαχία όλων των γνήσιων οργανώσεων της εργατικής τάξης, και την Δεύτερη Διεθνή, η οποία ήταν επίσης μια συμμαχία όλων των μαζικών Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, και αρχικά όλων των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Ποιοι προσχώρησαν στην Τρίτη Διεθνή; Από τη Ρωσία οι Μπολσεβίκοι, που ήταν η πλειοψηφία του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού κόμματος. Από την Γερμανία η πλειοψηφούσα πτέρυγα των Ανεξάρτητων, που με τη σειρά τους ήταν η ραχοκοκαλιά του παλιού Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα στο συνέδριο στη Τουρ το 1921, ψήφισε την προσχώρηση εν σώματι, στην Τρίτη Διεθνή. Το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ψήφισε στο συνέδριο του τη σύνδεσή του με τη νέα Διεθνή. Το Νορβηγικό Εργατικό κόμμα προσχώρησε. Οι Σουηδοί Αριστεροί – Σοσιαλιστές που προήλθαν από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα προσχώρησαν. Το Ελβετικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ψήφισε στο συνέδριο του τη προσχώρηση του. Οι Ουγγαρέζοι Σοσιαλδημοκράτες ενώθηκαν με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Το Βουλγάρικο Κομμουνιστικό Κόμμα προσχώρησε. Η πλειοψηφία των Τσεχοσλοβάκων σοσιαλδημοκρατών προσχώρησε. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα των ΕΠΑ μ’ ένα δημοψήφισμα προσχώρησε. Υπήρξαν ακόμα και συνδικαλιστικές οργανώσεις, τέτοιες όπως η Ισπανική Γ.Σ.Ε (CGT) Ιταλοί συνδικαλιστές και η Ομοσπονδία των ανθρακωρύχων της Νότιας Ουαλίας που προσχώρησαν κατ’ ευθείαν στη Κομμουνιστική Διεθνή.

Διαβάζοντας τα είναι σαν ένας κατάλογος πρώην μελών της Δεύτερης Διεθνούς. Σε μερικές περιπτώσεις έγιναν μανούβρες από τους γραφειοκράτες ηγέτες των παλαιών κομμάτων για να εμποδίσουν αυτή την κίνηση: η απόφαση του συνεδρίου του Ελβετικού Σοσιαλιστικού Κόμματος άλλαξε μετά ένα δημοψήφισμα, οι ηγέτες του Αμερικάνικου Σοσιαλιστικού Κόμματος απέρριψαν την απόφαση των μελών. Οι ηγέτες των τσεχοσλοβάκων Σοσιαλδημοκρατών ανέβαλαν το συνέδριο τους όταν έγινε φανερό ότι αυτό θα ψήφιζε υπέρ της προσχώρησης και οι Ουγγαρέζοι Σοσιαλδημοκράτες αργότερα αποσκίρτησαν. Αλλά δεν μπορούσαν να σταματήσουν την παλίρροια των εργατών που κινούνταν προς τη νέα Διεθνή.

Τόσο δημοφιλής γινόταν η Τρίτη Διεθνής ώστε οι ηγέτες της φοβήθηκαν ότι θα μετατρεπόταν απλά σε μια νέα παραλλαγή της 2ης Διεθνούς. Στο δεύτερο συνέδριο της το 1919, έβαλε 21 αυστηρούς όρους συμμετοχής. Η απόφαση του συνεδρίου της Διεθνούς Εκτελεστικής Επιτροπής δήλωνε: « Η Κομμουνιστική Διεθνής γίνεται, σ’ ορισμένο βαθμό της μόδας … Υπάρχει ο κίνδυνος της διάλυσης από ασταθή και αναποφάσιστα μέλη τα οποία δεν έχουν αποβάλει τελείως την ιδεολογία της Δεύτερης Διεθνούς». Ακόμα, αρνήθηκε κατηγορηματικά εκ των προτέρων σαν υποψήφια μέλη «περιβόητους οπορτουνιστές, τέτοιους σαν τον Τουράτι, τον Μοντιλιάνι, τον Κάουτσκι, τον Χίλφερντιγκ, τον Χίλκουιτ, τον Λόγκε, τον Μακντόναλντ κλπ.»

Χάρη στη θέληση και στις αρχές της ηγεσίας, η νέα διεθνής ήταν έτοιμη να θυσιάσει δελεαστικά επιφανειακά κέρδη ώστε να διατηρήσει ακέραιες τις επαναστατικές της παραδόσεις, χωρίς την ίδια στιγμή να πέσει στη παγίδα του σεχταρισμού. Αντί ν’ αποδεχτούν τον Τουράτι στη Κομμουνιστική Διεθνή, ήταν προετοιμασμένοι να διασπάσουν το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και αντί να κάνουν παραχωρήσεις στις αρχές της κεντρικής διεθνούς πειθαρχίας, ήταν προετοιμασμένοι να χάσουν τη σύνδεση του Νορβηγικού Εργατικού κόμματος το 1923. Μ’ αυτό τον τρόπο έχτισαν μια γνήσια Διεθνή, δίπλα στην οποία η Δεύτερη Διεθνής ήταν μια απάτη και η Δυόμιση Διεθνής – που αποτελούνταν κυρίως από κεντριστές που διατάχτηκαν από τα κόμματα τους να ενωθούν με την Τρίτη Διεθνή, αλλά αποκλείστηκαν από τον Λένιν – μια φάρσα.

Αλλά και αυτή ακόμη η εκπληκτική δημιουργία των επαναστατών εργατών καταστράφηκε από την τρομερή περίοδο της αντίδρασης που ακολούθησε. Ήταν η προδοσία της εργατικής τάξης στη Γερμανία το 1923, στη Βρετανία το1926 και στην Κίνα το 1927 με επακόλουθο την παγκόσμια αντεπανάσταση, που διάβρωσε την Κομμουνιστική Διεθνή. Η προδοτική πολιτική του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα» που κατάστρεψε τη Διεθνή είχε τις ρίζες της στα υλικά προνόμια της γραφειοκρατικής κλίκας στη Ρωσία και η ύπαρξη αυτής της κλίκας οφειλόταν με τη σειρά της στην απομόνωση της επανάστασης στη καθυστερημένη Ρωσία και στην επίθεση της παγκόσμιας αντίδρασης.

Σταδιακά η Κομιντέρν παραμορφώθηκε τόσο πολύ από τα συμφέροντα της Σταλινικής γραφειοκρατίας ώστε οι εργάτες οδηγήθηκαν σε μια συντριπτική ήττα στη Γερμανία το 1933 – μια ήττα πιο καταστροφική ακόμη και από την προδοσία του 1914. Η καταστροφή του ισχυρότερου παγκόσμια Εργατικού κινήματος, χωρίς ούτε καν μια μάχη, γιορτάστηκε στην πραγματικότητα από την Κομιτέρν σαν μια νίκη στο δρόμο προς το Σοσιαλισμό!! Αστυνομεύσεις, εκφοβισμοί και μαζικοί αποκλεισμοί από την γραφειοκρατία μετέτρεψαν ολόκληρο το κίνημα σ’ ένα ήμερο διακοσμητικό σκυλάκι της κλίκας του Κρεμλίνου. Η Κομιτέρν έγινε το μεγαλύτερο εμπόδιο προς την Σοσιαλιστική Επανάσταση παραδίνοντας κυνικά τους εργάτες στη μια χώρα μετά την άλλη, στα χέρια των εκτελεστών τους. Το 1934, όλα αυτά οδήγησαν στη τελευταία λογική τους συνέπεια: την επίσημη διάλυση της Κομιτέρν για χάρη των νέων συμμάχων του Στάλιν, του Ρούσβελτ και του Τσώρτσιλ. Απολογητές σαν τον Πάλμε Ντατ προσπάθησαν να εξηγήσουν χωρίς δισταγμό αυτή τη διάλυση με «διαλεκτική» γλώσσα: Ο αγώνας είχε φαίνεται «ξεπεράσει τις παλιές οργανωτικές φόρμες» και στο κάτω – κάτω της γραφής δεν ήταν ο Καρλ Μαρξ που διέλυσε την Πρώτη Διεθνή το 1872;

Για μια ακόμη φορά, και σε μια κρίση ακόμη χειρότερη από εκείνη του 1914, η εργατική τάξη έμεινε χωρίς μια Διεθνή, ανυπεράσπιστη κάτω από το πέλμα της θριαμβέβουσας αντεπανάστασης, μπρός στον ερχομό ενός νέου και ακόμα πιο αιμοχαρούς παγκόσμιου πολέμου και πάνω απ’ όλα μπρος στη βεβαιότητα ενός νέου παγκόσμιου επαναστατικού ξεσηκώματος που θα ξεπήδαγε από τα ερείπια του πολέμου. Αλλά ξανά, απέμεινε μόνο μια χούφτα στελεχών για να διατηρήσει τη Μαρξιστική παράδοση. Ήταν δικό τους έργο να δημιουργήσουν μια νέα Διεθνή.

Διάφοροι ερασιτέχνες και σκεπτικιστές καταδίκασαν σαν «ανώριμες» τις γεμάτες αφοσίωση προετοιμασίες του Τρότσκι για το Ιδρυτικό Συνέδριο της Τέταρτης Διεθνούς το 1938. Αυτοί οι επαναστάτες του γραφείου διαμαρτυρήθηκαν ότι οι «συνθήκες δεν ήταν ώριμες». Αλλά με τους εργάτες στα πρόθυρα μιας αιματοχυσίας, θα ήταν εγκληματικός σχολαστικισμός να κάθεσαι περιμένοντας τις «συνθήκες» των βιβλίων να «ωριμάσουν» πριν διακηρύξεις το μόνο πρόγραμμα που θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει τη νίκη. Ήταν απαραίτητο να σηκωθεί η καθαρή σημαία του μαρξισμού, σαν μια αφετηρία για να αντιμετωπίσει ανάμεσα στους καλύτερους αγωνιστές την αυξανόμενη απογοήτευση και αποθάρρυνση, που αγκάλιαζε το μαζικό κίνημα, και για να πλησιάσει τα πιο προχωρημένα στρώματα της εργατικής τάξης μέσα στις καταιγίδες του πολέμου και της επανάστασης.

Εκείνο τον καιρό τα περισσότερα από τα στελέχη υπόκυπταν σταδιακά στις τρομερές πιέσεις: την συνδυασμένη αστυνομική τρομοκρατία όλων των χωρών του πλανήτη, τις ολέθριες αυταπάτες των περισσότερων επαναστατικών στρωμάτων του προλεταριάτου για το σταλινισμό, τον διαβρωτικό πεσιμισμό των σεχταριστών διανοουμένων που βρίσκονταν στον περίγυρο της Τέταρτης Διεθνούς. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο εκφυλίστηκαν αργότερα, είναι ένα δείγμα σθένους εκείνων των συντρόφων εκείνων των συντρόφων το γεγονός ότι, στο ιδρυτικό συνέδριο που έγινε το 1938, Η τέταρτη Διεθνής μπορούσε ήδη να περηφανευτεί ότι είχε οπαδούς σε 39 χώρες και σε κάθε ήπειρο.

Όπως η Κομμουνιστική Λίγκα, η Πρώτη Διεθνής και ίσως ακόμη και η Κομμουνιστική Διεθνής, στα πρώτα βήματα τους, το Ιδρυτικό Συνέδριο της Τέταρτης Διεθνούς ήταν μια πρόβλεψη της επερχόμενης επανάστασης, η προετοιμασία των θεωρητικών της εργατικής πρωτοπορίας, μια επιβεβαίωση των επαναστατικών προοπτικών. Το ιδρυτικό συνέδριο έβαζε συγκρατημένα το καθήκον στη νέα Διεθνή να γίνει μέσα σε δέκα χρόνια «η αποφασιστική δύναμη επάνω στον πλανήτη». Το ότι το καθήκον αυτό δεν εκπληρώθηκε ήταν αποτέλεσμα όχι ενός «λάθους» του Τρότσκι, στην προσπάθεια του να ιδρύσει την νέα Διεθνή «πριν την ώρα της» αλλά η ιδιόρρυθμη πορεία του πολέμου που δεν μπορούσε να προβλεφθεί εκ των προτέρων ακόμη και από τον Τρότσκι.

Τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ακολούθησε το μεγαλύτερο επαναστατικό κύμα που είδε ποτέ ο κόσμος. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία παραμορφωμένων εργατικών κρατών στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία σαρώνοντας τον καπιταλισμό και τον φεουδαρχισμό από την επιφάνεια μιας περιοχής, η οποία προστιθέμενη σ’ αυτή της ΕΣΣΔ, αποτελεί το ένα τρίτο του κόσμου. Στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της δύσης η επανάσταση ηττήθηκε απ’ αυτό που οι Βρετανοί Μαρξιστές καλούν «αντεπανάσταση με δημοκρατική μορφή». Δοσμένης της πολιτικής προδοσίας από τους Σοσιαλδημοκράτες και Σταλινικούς ηγέτες, οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές δυνάμεις μπόρεσαν ν’ απολαύσουν μια μακριά περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, βασισμένης σ’ ένα αριθμό παραγόντων που έχουν πλήρως αναλυθεί στα ντοκουμέντα μας.

Ο σταλινισμός και ο ρεφορμισμός κέρδισαν έτσι μια νέα παράταση ζωής και το πολιτικό επίπεδο του εργατικού κινήματος έπεσε, όπως αντίστοιχα έγινε και στα ειρηνικά χρόνια της Δεύτερης Διεθνούς. Η επανάσταση οπισθοχώρησε για τρείς δεκαετίες.

Ήταν αδύνατο για την Τέταρτη Διεθνή να γίνει μια μαζική δύναμη κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες. Αλλά μπορούσε να έχει σχηματίσει ένα ισχυρό πυρήνα με τμήματα που θα αριθμούσαν χιλιάδες, εάν οι ηγέτες της είχαν διατηρήσει τις παραδόσεις του επιστημονικού σοσιαλισμού. Χωρίς την βοήθεια του Τρότσκι, οι ηγέτες του κινήματος ήταν ανίκανοι να εφαρμόσουν τη Μαρξιστική μέθοδο στη νέα κατάσταση. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να παπαγαλίζουν τα λόγια του που είχαν ειπωθεί σ’ εντελώς διαφορετικές περιστάσεις, ισχυριζόμενοι ακόμη και το 1947 ότι «είχε μείνει ακόμα ένας χρόνος» για να εκπληρωθεί το καθήκον που είχε μπει στο ιδρυτικό συνέδριο.

Ανίκανοι να κατανοήσουν την οικονομική άνοδο έπαιζαν την Κασσάνδρα προβλέποντας καταστροφή σε κάθε ευκαιρία, είτε με τη μορφή οικονομικής κρίσης, παγκόσμιου πολέμου, φασιστικής αντεπανάστασης … Αυτό τους έκανε περισσότερο ανυπόληπτους στα μάτια των αγωνιστών μέσα στο εργατικό κίνημα, ώστε με τη σειρά τους να αισθάνονται όλο και περισσότερο αποκομμένοι από την εργατική τάξη, που τόσο σκληρά είχε απογοητεύσει τις ελπίδες τους.

Απομονωμένοι από τους εργάτες, έπεφταν όλο και περισσότερο θύματα σε άλλες ταξικές πιέσεις, στις οποίες τελικά παραδόθηκαν αδιάντροπα, ντροπιάζοντας έτσι τη σημαία του Τροτσκισμού στην εκτίμηση των εργατών και μάλιστα μ’ ένα τέτοιο τρόπο που ο Στάλιν μ’ ολόκληρο το διαβολικό του μηχανισμό της συκοφαντίας, δεν ήταν ποτέ ικανός να καταφέρει. Έστρεψαν τις πλάτες τους στους εργάτες και δανείστηκαν τις αστικές θεωρίες του Κέυνς και του Μαρκούζε. Έψαχναν με πάθος για Μεσσίες που θα τους απάλλασσαν από την ευθύνη για επαναστατική καθοδήγηση των εργατών, διαλέγοντας γι αυτό το ρόλο σε διαφορετικούς καιρούς τον Τίτο, τον Κρούτσεφ, τον Μάο, τον Μπεν – Μπέλλα, τον Χο – τσι – μινχ, τον Κάστρο, τον Γκεβάρα …

Εγκατέλειψαν την εργατική τάξη, χάρη των νέων πρακτορείων της κοινωνικής προόδου: τους φοιτητές, την αποικιακή αγροτιά, τους «αντάρτες των πόλεων» κλπ. Το παραμορφωμένο προτσέσο της Διαρκούς Επανάστασης, μπροστά στην απουσία επαναστατικών προλεταριακών κομμάτων στον αποικιακό κόσμο, έδωσε πίστη σε φαινόμενα που είχαν από καιρό απορριφτεί από την πείρα των εργατών και από τη θεωρητική τους πρωτοπορία, όπως το Λένιν και πριν απ’ αυτόν τον Μαρξ. Τώρα οι επίγονοι του Τρότσκι, προσπάθησαν να υποστηρίξουν με το κύρος του τους κήρυκες της ατομικής τρομοκρατίας.

Οι λανθασμένες προοπτικές, η θεωρητική ρηχότητα και η απομόνωση τους από το κίνημα της εργατικής τάξης διέλυσαν τα απομεινάρια της Τέταρτης Διεθνούς του Τρότσκι. Για πάνω από 20 χρόνια σοβαρά διασπασμένη από τα σχίσματα του Χήλυ, του Πάμπλο, και του Ποσάντας. Τώρα, καθώς ο καπιταλισμός περνάει σε μια νέα φάση της πάλης και η εργατική τάξη ξυπνάει και σφίγγει τις γροθιές της, τα γεγονότα ξεπέρασαν κάθε μια απ’ αυτές τις σέχτες, που όλες βρίσκονται μέσα σ’ ένα πυρετό εσωτερικών σπασμών που τις σακατεύει.

Η «Ενιαία Γραμματεία» βρίσκεται στα πρόθυρα μιας διάσπασης ανάμεσα στις πτέρυγες Χάνσεν και Μαντέλ. Η «Διεθνής Επιτροπή» έχει διαιρεθεί στις φράξιες του Χήλυ και του Λαμπέρ. Στην πραγματικότητα τουλάχιστον επτά οργανώσεις κυκλοφορούν μασκαρεμένες με το όνομα της «Τέταρτης Διεθνούς». Καμιά απ’ αυτές δεν εκπληρώνει καν το βασικό διεθνιστικό καθήκον, που ο Μαρξ έβαλε το 1848, αυτό δηλαδή του να προβάλλονται συνεχώς τα γενικά συμφέροντα ολόκληρης της τάξης σε μια παγκόσμια κλίμακα. Καμιά απ’ αυτές δεν έχει μέλλον. Είναι άσχετες με τον αγώνα της εργατικής τάξης για Σοσιαλισμό.

Οι Βρετανοί Μαρξιστές προσπάθησαν υπομονετικά να διορθώσουν τα λάθη της Διεθνούς ηγεσίας μέχρις ότου διαγράφτηκαν αυθαίρετα το 1965. Αυτή η συγκέντρωση είναι μια εύγλωττη απόδειξη της σωστής τους θέσης να γυρίσουν τις πλάτες τους στις σέχτες, να επιβληθούν μέσα από μακρόχρονη και σκληρή δουλειά στο εργατικό κίνημα και να κερδίσουν τους καλύτερους αγωνιστές κάτω από την σημαία τους. Αντίθετα προς τις σέχτες, δεν διασπόμαστε αλλά αναπτυσσόμαστε ταχύτατα. Μέσω της πιο πετυχημένης δουλειάς εισοδισμού που έγινε ποτέ, δεν αρχίσαμε μόνο να χτίζουμε μια γερή βάση στη Βρετανία: σπάσαμε επίσης και από τη μακριά μας εθνική απομόνωση και πλησιάσαμε τα καλλίτερα στοιχεία στα παγκόσμια Σοσιαλδημοκρατικά κινήματα της νεολαίας.

Πέντε χρόνια πριν δεν είχαμε ακόμη κανένα σύντροφο στην Ιρλανδία. Δεν πέρασε περισσότερο από ένας χρόνος από τότε που κερδίσαμε τους πρώτους συντρόφους στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Παρ’ όλα αυτά είμαστε εδώ, βάζοντας ήδη τα θεμέλια μιας νέας Διεθνούς οργάνωσης.

Όλων μας η καρδιά πρέπει να χτύπησε σήμερα ακούγοντας τους λόγους των συντρόφων μας. Γύρω από τον υγιή σκελετό των στελεχών της οργάνωσης μας, πάνω στη βάση καθαρών προοπτικών και σκληρής σοβαρής δουλειάς, μπορούν να δημιουργηθούν επαναστατικές τάσεις, σταθερά ριζωμένες στα παραδοσιακά εργατικά κόμματα. Μέσα στα καταιγιστικά γεγονότα που έρχονται, μαζικές τάσεις, και αργότερα μαζικά επαναστατικά κόμματα θα χτιστούν και η πρόκληση που μπήκε από το Ιδρυτικό Συνέδριο του 1938 θα εκπληρωθεί επί τέλους. Η ΚΕΔ έχει τέτοια σχέση με την πανίσχυρη Τέταρτη Διεθνή του μέλλοντος όπως είχε η Κομμουνιστική Λίγκα με την Πρώτη Διεθνή ή η Αριστερά του Τσίμερβαλντ με την Τρίτη Διεθνή. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος, που αυτή η μικρή συνεδρίαση είναι ένα μεγάλο ορόσημο στην ιστορία της διεθνούς εργατικής τάξης.

Πρόσφατα Άρθρα

Σχετικά άρθρα